(δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ο Πολίτης, τεύχος 163, Φεβρουάριος 2008)
«Το Κράτος είναι αποφασισμένον να επιβάλη οπωσδήποτε και δι’ οιουδήποτε μέσου την θέλησιν του και την τάξιν εις ολόκληρον την Εύβοιαν.»
Προκήρυξη Χ. Παπαθανασόπουλου προς τους κατοίκους της Ιστιαίας [02.04.1944]
Τα γεγονότα του 1943 στη χώρα αλλά και στα παγκόσμια πεδία των μαχών ήταν καταιγιστικά. Στην Ελλάδα, αφού η αγροτική εξέγερση πλαισιωμένη από την πολιτική και οργανωτική κινητοποίηση του ΕΑΜ οδήγησε στη μεταμόρφωση του ΕΛΑΣ από άθροισμα αντάρτικων ομάδων σε έναν εντυπωσιακό στρατό άνω των 20.000 μαχητών, ήρθε η συνθηκολόγηση της Ιταλίας το Σεπτέμβριο του 1943, ο εξοπλισμός του ΕΛΑΣ με ιταλικά όπλα και η συνειδητοποίηση των Γερμανών ότι έπρεπε να ξανακατακτήσουν το μεγάλο μέρος της χώρας που άφηναν οι πρώην σύμμαχοί τους και που τώρα ήταν υπό την κυριαρχία της Αντίστασης, ένα κράτος εν κράτει.
Η τρίτη και τελευταία κατοχική κυβέρνηση, αυτή του Ιωάννη Ράλλη, που συγκροτήθηκε τον Απρίλιο του 1943, αποτέλεσε και τη θεσμική μορφή ανάδυσης «ενός ενιαίου «εθνικόφρονος» χώρου, που περιλαμβάνει τόσο τους επίσημους εκφραστές της «Ελληνικής Πολιτείας» όσο και μεγάλο μέρος των μη ΕΑΜικών αντιστασιακών οργανώσεων». Αυτό που προείχε πια ήταν η καταπολέμηση του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ. Αυτό που ήθελαν δηλαδή και οι Γερμανοί χωρίς να υποστούν ιδιαίτερες απώλειες. Το φθινόπωρο του 1943, όλες οι υπηρεσίες ασφαλείας της χώρας υπάγονται πλέον στον Γερμανό «Αρχηγό των SS και της Αστυνομίας στην Ελλάδα» , φυσικά και τα Τάγματα Ασφαλείας που συγκρότησε η κυβέρνηση Ράλλη.
Την αρχική συγκρότηση δύο ευζωνικών ταγμάτων στην Αθήνα ακολούθησε η συγκρότηση ταγμάτων προς αποστολή τους στην επαρχία, ένα είδος εκστρατείας από την πρωτεύουσα προς την ύπαιθρο. Στα τέλη του 1943 σε μια πρώτη φάση και την άνοιξη του 1944 σε μια δεύτερη, είχε έρθει η σειρά της Εύβοιας. Θα προσπαθήσουμε να δείξουμε ότι η συγκρότηση των Ταγμάτων στην Εύβοια εκπορεύτηκε από την Αθήνα, τόσο από την κατοχική κυβέρνηση όσο και από το τμήμα του ΕΔΕΣ που συνεργάστηκε μαζί της, με την ενεργή ανάμιξη των Γερμανών, και ενισχύθηκε επίμονα μέχρι να αποκτήσει τοπική βάση. Η λεπτομερής εξιστόρηση της ειδεχθούς δράσης των Ταγμάτων αυτών ξεφεύγει από τα όρια αυτής της ανακοίνωσης.
Από τα μέσα Νοεμβρίου 1943 κυκλοφορούσαν στη Χαλκίδα φήμες για τον ερχομό μεγάλης γερμανικής δύναμης και για τη συγκρότηση στην Αθήνα Ταγμάτων Ασφαλείας με προορισμό την Εύβοια. Μια απόπειρα αρπαγής όπλων από κάποια αποθήκη του ΕΛΑΣ έξω από την Αρτάκη, στην περιοχή «Γαϊδουροσταθμός» και η συνακόλουθη μικροσυμπλοκή οδήγησε στην ανακάλυψη ομάδας που θεωρήθηκε πρόδρομος του Τάγματος. Πράγματι επρόκειτο για ομάδα του απόστρατου στρατηγού Δημήτρη Λιάκου, ο οποίος, σύμφωνα με το λοχαγό Χρήστο Λέρτα , μέλος τότε του ΕΔΕΣ, είχε μυηθεί στην οργάνωση «Εθνική Δράσις». Στις 9.10.1943 ο Λιάκος με άλλους τρεις προσπάθησαν να κλέψουν οπλισμό από τον εφεδρικό ΕΛΑΣ Νέας Αρτάκης αλλά απέτυχαν. Οι δύο εκτελέστηκαν ενώ ο Λιάκος φαίνεται να φυγαδεύτηκε στην Αθήνα από τον τοπικό ΕΔΕΣ που του έδωσε πρακτικό ορκομωσίας και έγγραφο προς την Κεντρική Επιτροπή του ΕΔΕΣ στην Αθήνα. Ο ΕΔΕΣ όμως στην Αθήνα έχει ήδη διασπαστεί.
Ο ΕΔΕΣ Αθηνών και τα Τάγματα
Οι συνταγματάρχες Παπαγεωργίου και Παπαθανασόπουλος του ΕΔΕΣ πέρασαν ένα διάστημα κρατούμενοι των κατοχικών δυνάμεων το 1943 και μετά την αποφυλάκισή τους τάχθηκαν οριστικά ενάντια στην αντιστασιακή δράση και στράφηκαν, μαζί με το δικηγόρο Ηλία Σταματόπουλο, προς την πολιτική κατεύθυνση της αντιμετώπισης του κομμουνισμού ως κύριου κινδύνου ενόψει των μεταπολεμικών εξελίξεων και συνεργάζονταν πλέον ανοικτά με την κατοχική κυβέρνηση και τους Πάγκαλο – Γονατά για τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας. Τον Απρίλιο του 1943 ένα άρθρο του Δ. Γιαννακόπουλου στην εφημερίδα του ΕΔΕΣ «Δημοκρατική Σημαία» με αντιστασιακό περιεχόμενο έγινε αφορμή για την κρίση στον ΕΔΕΣ, που οδήγησε στη διάσπασή του. Μετά από συγκρούσεις, στις 17 Σεπτεμβρίου του 1943 ο Παπαγεωργίου αυτοανακηρύχτηκε αρχηγός του ΕΔΕΣ Αθηνών και η συγκεκριμένη οργάνωση πήρε ανοιχτά πλέον το δρόμο της συνεργασίας και προσπάθησε να πάρει με το μέρος της τα στελέχη του ΕΔΕΣ αποκρύπτοντας σε ορισμένες περιπτώσεις τη διάσταση της από το Ζέρβα, ενώ και ο τελευταίος άργησε να πάρει αποστάσεις. Ο Παπαθανασόπουλος, που θα συναντήσουμε αμέσως παρακάτω ως επικεφαλής των Ταγμάτων Ασφαλείας στην Εύβοια, θα εκπροσωπήσει τον διασπαστικό ΕΔΕΣ στη γνωστή συνάντηση με άλλους εκπροσώπους δεξιών οργανώσεων στην Αθήνα, όπως της προαναφερθείσης «Εθνικής Δράσεως» αλλά και του εκπροσώπου της κατοχικής κυβέρνησης Σειραδάκι υπό την αιγίδα του Νεοζηλανδού λοχαγού Ντον Στοτ, ενώ σύμφωνα με το Διονύση Μπενετάτο, ο Παπαθανασόπουλος τον Σεπτέμβριο του 1943 συμμετείχε σε συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής της ΛΑΕ και πρότεινε τη συνεργασία της με την κυβέρνηση Ράλλη με σκοπό την καταπολέμηση του ΕΑΜ.
Σύμφωνα με την κατάθεση του Διονυσίου Παρασκευόπουλου, συγγενή του γαμπρού του Παπαθανασόπουλου, Θάνου Οικονομόπουλου, ο Παπαθανασόπουλος από τις 2 Οκτωβρίου 1943 και για 3μιση μήνες φιλοξενήθηκε στο σπίτι του, στην οδό Πραξιτέλους 8. Σε αυτόν παρουσιάστηκε ως αρχηγός του ΕΔΕΣ και δεχόταν στο σπίτι διάφορους αξιωματικούς και ιδιώτες όπως οι Χαρ. Βουζουναράς, Χαρ. Αντωνάτος, Μάνος Πασβάντης, ο υπασπιστής του Γ. Πολιτάκης, ο Γ. Γκενεράλης, ταγματάρχης Χωροφυλακής, ο δικηγόρος Μαυρίκος Μαυρίκης, ο ανώτερος αξιωματικός Διάμεσης, ο στρατηγός Λιάκος, ο μετέπειτα γαμπρός του Παρασκευόπουλου και πολιτικός σύμβουλος των Λιάκου και Παπαθανασόπουλου Αλ. Οικονομίδης, κ.ά. Κάθε Τετάρτη δειπνούσε με τον Ιωάννη Βουλπιώτη και Γερμανούς αξιωματικούς, όπως του έλεγε ο ίδιος. Είχε δε σχέσεις με τον Ιωάννη Ράλλη με σύνδεσμο τον Βουζουναρά. Μέσω αυτού συγκέντρωσε 500 εκατομμύρια δραχμές από το Ράλλη στα τέλη Νοεμβρίου 1943.
Ανάλογη δράση φαίνεται ότι ανέπτυξε ο δικηγόρος Μαυρίκος Μαυρίκης. Σε επιστολή του προς τον Ηρακλή Πετιμεζά του ΕΔΕΣ στις 27.10.1944 ο Γεώργιος Φαφούτης του απαντά:
« Μου εζητήσατε να σας πω τι γνωρίζω περί του Δικηγόρου Μαυρίκη […]. Κατά το μήνα Οκτώβριον 1943 επέστρεψα από το τελευταίο μου ταξίδι από την Σμύρνην, και συνάντησα τον παλαιόν γνωστόν μου Δημ. Παπαπροκοπίου έφεδρον ανθυπολοχαγόν, ο οποίος μου είπε ότι θα έπρεπε να γνωρίσω τον δικηγόρον Μαυρίκην ο οποίος είναι καλός πατριώτης και αντιπρόσωπος του Στρατηγού Ζέρβα και ότι θα έπρεπε να διευκολύνω και αυτόν διότι κάνει και αυτός (ο Μαυρίκης) πατριωτικόν αγώνα. […] Κατά την συνάντησιν μας αυτήν ο Μαυρίκης με παρεκάλεσε να τον βοηθήσω εις το να φύγει ο υιός του στην Σμύρνη δια να συναντήσει τους Άγγλους δια να τους πείσει να του στείλουν χρήματα, ιματισμόν και πολεμοφόδια διότι ετοιμάζει εδώ σώματα προς καταπολέμησιν των Κομμουνιστών και των Γερμανών. Του απήντησα ότι μπορώ μόνον να βοηθήσω τον υιόν του να φύγει, αλλά είχα αμφιβολίας αν ο υιός του θα κατώρθωνε να πείσει τους Άγγλους να τον βοηθήσουν. […]
Εις την συνάντησιν μας στου Ζαχαράτου μου είπε μεταξύ άλλων να του βρω μερικά παιδιά δια τα σώματα τα οποία ετοίμαζε.
Πράγματι του ευρήκα 18 παιδιά δια τα οποία έλεγε ότι θα τα εγγράψη στα σώματα και με παρεκάλεσε να φροντίσω δια την τροφοδοσίαν των, πράγμα το οποίον έκαμα, αλλά τον λογαριασμόν του εστιατορίου δεν τον επλήρωσε ποτέ, οπότε τα παιδιά διέρευσαν και κατετάγησαν μόνα των εις τα τάγματα ασφαλείας.»
Από πολλές πλευρές φαίνεται η διαπλοκή του ΕΔΕΣ Αθηνών, της κυβέρνησης Ράλλη και των Γερμανών μέσω των άμεσων συνεργατών τους καθώς και άλλων πολιτικών παραγόντων, ο καθένας για τους δικούς του σκοπούς και όλοι μαζί εναντίον της οργανωμένης Αντίστασης του ελληνικού λαού. Άλλωστε αυτό δεν το κρύβει τουλάχιστον ο Παπαθανασόπουλος στην απολογία του στο Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων, υποστηρίζοντας φαιδρά ότι παραπλανούσε τους Γερμανούς ενώ ενεργούσε υπό το Συμμαχικό Στρατηγείο, το οποίο ήθελε να αναγνωρίζει στο πρόσωπο του αμφιλεγόμενου Στοτ. Πιο ενδιαφέρουσα είναι μια έκθεση του με τίτλο «Δια τας ενεργείας μας εν Ευβοία εναντίον του Κομμουνισμού» με ημερομηνία 2 Ιουνίου 1944 που συνυπογράφεται από το Διοικητή του γερμανικού μηχανοκίνητου τάγματος Westphal, αποσπάσματα της οποίας δημοσιεύτηκαν στο φύλλο 170 της εφημερίδας «Ελευθερία». Σε αυτή ο Παπαθανασόπουλος αναφέρει καθαρά ότι ζήτησε τη βοήθεια των Γερμανών μέσω του Βουλπιώτη για την εκστρατεία του στην Εύβοια και ανέλαβε δράση μετά την υπόσχεση τους για παροχή όπλων.
Σαφές είναι και ένα κείμενο προς τους Λιάκος-Παπαθανασόπουλο με οδηγίες για τη δράση τους στην Εύβοια. Γίνεται σαφές ότι ο οπλισμός θα σταλεί από την Αθήνα, στην οποία θα πρέπει να αναφέρονται οι Λιάκος-Παπαθανασόπουλος κάθε 48ωρο με δελτία πληροφοριών. Επίσης σαφής είναι η στάση απέναντι στα στρατεύματα Κατοχής, αφού απαγορεύεται επί ποινή θανάτου κάθε ενέργεια στρεφόμενη εναντίον τους.
Η αρχική ιδέα ήταν η στρατολόγηση πολιτοφυλάκων από την γύρω περιοχή, Χαλκίδα και περίχωρα από Ψαχνά έως Βάθεια λόγω οικονομικής αδυναμίας στρατολόγησης Αθηναίων. Μέχρι όμως να επιτευχθεί ο στόχος αυτός θα χρειαστεί δύο φορές να σταλεί δύναμη από Αθήνα όπως θα δούμε. Οι πολιτοφύλακες αυτοί θα εμφανίζονταν ως Ελληνικός Στρατός με ανάλογο ειδικό σήμα. Αποστολή τους η εκκαθάριση της νήσου από τα αναρχικά στοιχεία και η επαναφορά των νομίμων, δηλαδή των κατοχικών ή στην καλύτερη περίπτωση των μεταξικών, Κοινοτικών και Δημοτικών Αρχών. Παράλληλα ο Λιάκος, ενώ θα εμφανίζεται ως εκπρόσωπος της κυβέρνησης, θα προχωρά στην τοποθέτηση πολιτικών εκπροσώπων του ΕΔΕΣ Αθηνών για την Βόρεια, την Κεντρική και τη Νότια Εύβοια καθώς και τριμελών ή πενταμελών επιτροπών σε κάθε πόλη ή χωριό, την εγγραφή μελών και τη στρατολόγηση πολιτοφυλάκων. Τέλος, ο Λιάκος έπρεπε να οργανώσει υπηρεσία για την τροφοδοσία και τη μισθοδοσία των πολιτοφυλάκων.
Εκστρατεία στην Εύβοια
Κατέφθασε λοιπόν ως νέος νομάρχης Ευβοίας, διορισμένος από την κυβέρνηση Ράλλη ο στρατηγός Δ. Λιάκος μαζί με απόσπασμα από 70 περίπου χωροφύλακες από την Αθήνα . Μαζί του κατέφθασε και ο Α. Οικονομίδης, ως σύμβουλος και διερμηνέας. Τον Ιανουάριο του 1944, ο Λιάκος συγκρότησε «Εθνική Πολιτοφυλακή» με λόχους στα Ψαχνά, στην Αρτάκη, στο Δοκό και στο Βασιλικό. Για την συντήρηση των σωμάτων αυτών ο Λιάκος επιτάσσει τρόφιμα από την επιτροπή συσσιτίων, την ένωση συνεταιρισμών, την Αγροτική Τράπεζα και φορολογεί τα πάντα, από τρόφιμα έως εισιτήρια. Επίσης διενεργείται και η πρώτη τοπική επιστράτευση της κλάσης του ‘32 και δημιουργούνται λόχοι στη Χαλκίδα.
Στις 9 Ιανουαρίου, ο Παπαθανασόπουλος, που βρίσκεται ακόμη στην Αθήνα, στέλνει μια ενθαρρυντική επιστολή στον Οικονομίδη:
«Αγαπητέ Αλέκο, […] Επισπεύσατε την συγκρότησιν των τμημάτων για το κτύπημα των αναρχικών ανταρτικών ομάδων και επισπεύσατε επίσης την συλλογήν χρημάτων δια την τροφοδοσίαν των τμημάτων μας. […]‘Όλοι οι γνωστοί φίλοι σας εύχονται επιτυχίαν. Ελπίζω να έλθω και εγώ μέχρι τέλους της εβδομάδος ως Λειβαδίτης. Να τηρηθή απολύτως μυστικόν. […] Μη λησμονείτε ότι πρέπει να μου στέλλετε δελτία κάθε δύο ημέρες, τα ζητούν οπωσδήποτε οι άλλοι . Με αγάπην, Μπάμπης.»
Με τη δύναμη που συγκέντρωσε ο Λιάκος στη Χαλκίδα άρχισε τις επιδρομές στην υπόλοιπη Εύβοια με σκοπό τη διάλυση των εαμικών οργανώσεων και του αντάρτικου και την εγκατάσταση σταθμών σε σημαντικά κέντρα όπως σε Βάθεια, Ερέτρια, Αλιβέρι και Κύμη. Με αναφορές του προς το Υπουργείο Εσωτερικών, ο Λιάκος δηλώνει ότι έχει εκκαθαρίσει την ευρύτερη περιοχή της Χαλκίδας μέσα στον Ιανουάριο αλλά ζητά την ίδρυση έκτακτου Στρατοδικείου καθώς πολλοί συλληφθέντες απολύονται, πράγμα που αντίκειται «προς την εθνικήν συνείδησιν του λαού».
Στις αρχές Φεβρουαρίου οι νεοσχηματισμένοι λόχοι των Ταγμάτων στη Χαλκίδα τίθενται στη διάθεση των Γερμανών στις εκκαθαριστικές τους επιχειρήσεις στην Κεντρική Εύβοια. Με τις δυνάμεις που εγκαθίστανται στις φρουρές, οι Γερμανοί ελέγχουν τον άξονα Χαλκίδας-Κύμης και την περιοχή των Ψαχνών. Στις 25 Φεβρουαρίου ο Λιάκος διενεργεί στρατολογία σε 5 κλάσεις μέρους του τέως Δήμου Μεσαπίων. Τυχόν ανυπότακτοι θεωρούνται μέλη ανατρεπτικών ομάδων και υποψήφιοι προς εκτόπιση μαζί με τις οικογένειες τους. Παρ’ όλα αυτά, η επιστράτευση παρουσιάζει προβλήματα. Από την Αρτάκη μέχρι τα μέσα Μαρτίου παρουσιάζονται μονάχα 3 από τους 44 κληθέντες.
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση και μετά από αίτηση του Λιάκου, η κυβέρνηση Ράλλη στέλνει για ενίσχυση το 2ο Τάγμα Ευζώνων Αθηνών αλλά και οι Γερμανοί στέλνουν ένα λόχο και θέτουν όλες τις δυνάμεις υπό τις διαταγές του λοχαγού Μπάγιερ. Δύο μέρες πριν είχε φτάσει στην Εύβοια και ο Παπαθανασόπουλος «αυτοβούλως» καθώς λέει.
Τα σώματα αυτά μαζί με τα ήδη υπάρχοντα χωρίζονται σε δύο φάλαγγες, η μία για τη Βόρειο Εύβοια υπό τη διοίκηση Λιάκου – Παπαθανασόπουλου και η άλλη για την Κεντρική και Νότια Εύβοια υπό τη διοίκηση του συνταγματάρχη Χρήστου Γερακίνη . Με μια σειρά επιδρομών, «χτένισμα» της Εύβοιας, τα σώματα αυτά προκαλούν μεγάλες δυσκολίες στο όχι πολύ ισχυρό αντάρτικο της περιοχής, ενώ επιστρατεύονται και ντόπιοι, ειδικά σε Αγία Άννα, Ερέτρια και Βάθεια (Αμάρυνθο). Οι τελευταίοι, αρχίζουν να εξοπλίζονται από τις 25 Ιανουαρίου και αργότερα συγκροτούν τον 6ο λόχο του 2ου ανεξάρτητου Τάγματος Ευζώνων και συμμετέχουν στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών και των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας των Λιάκου-Παπαθανασόπουλου προς τη βόρεια Εύβοια, η νομαρχιακή επιτροπή του ΕΑΜ αποφάσισε να αντιδράσει και να οργανώσει επίθεση στο Ξηροχώρι (Ιστιαία). Η επίθεση εκδηλώθηκε την 1η Απριλίου 1944 αλλά απέτυχε καθώς δεν μπόρεσαν να εμποδίσουν την άφιξη γερμανικής δύναμης από την κοντινή οχυρή θέση Γούβες. Στη μάχη σκοτώθηκε ο Λιάκος από Ιταλό αυτόμολο ενώ ως αντίποινα ο λοχαγός Μπουρλίδης εκτέλεσε επιτόπου με το περίστροφό του 18 ντόπιους νέους. Τρεις μέρες αργότερα, στις 4 του μηνός έγινε η μάχη στο Θεολόγο, απ’ όπου σώζεται και το περίφημο τηλεγράφημα του συνταγματάρχη Χρήστου Γερακίνη: «απώλειαι εκ των ημετέρων εις Γερμανός τραυματίας».
Μετά το θάνατο του Λιάκου, τον Απρίλιο του 1944 σταμάτησε η πρώτη εκστρατεία προς την ύπαιθρο της Εύβοιας και οι μονάδες επανήλθαν στις θέσεις τους. Εντωμεταξύ, στην Αθήνα ο Παπαγεωργίου υπέβαλε την παραίτηση του όπως και του Παπαθανασόπουλου από τη διοίκηση του ΕΔΕΣ Αθηνών, σε μια εσωτερική κρίση που ενέπλεξε την κυβέρνηση Ράλλη και τον πολιτικό κόσμο της Αθήνας και η οποία αξίζει περαιτέρω έρευνας. Τελικά ο Παπαθανασόπουλος, που είχε επιστρέψει στην Αθήνα, κράτησε την αρχηγία των επιχειρήσεων στην Εύβοια και ετοιμαζόταν για την επάνοδο του. Στις 19 Απριλίου έστειλε μια επιστολή στον Οικονομίδη που είχε μείνει στη Χαλκίδα και προαλειφόταν για νομάρχης:
«Αγαπητέ Αλέκο,
Χριστός Ανέστη. Εύχομαι εις όλους ευτυχέστερες ημέρες. […] Όπως έγραφα χθες στον Χρήστο, ιδρύονται εν Ευβοία 3 Τάγματα εις τα οποία εξιωματικοί και οπλίται εξομοιούνται ως προς τας αποδοχάς με τα Τάγματα Ευζώνων. […] Εγώ διωρίσθην Ανώτατος Στρατιωτικός Διοικητής Ευβοίας με δικτατορικά δικαιώματα […] Τώρα εκτός αυτών που μου ετοιμάζει η Κυβέρνησις, μου ετοιμάζουν και οι Γερμανοί τον οπλισμόν που εζήτησα και αν είνε έτοιμος προς αποστολήν θα έλθω αμέσως γιατί κουράσθηκα εδώ με τα τρεχάματα.
Παρέλειψα να σου γράψω ότι η Κυβέρνησις μου ανεγνώρισε τον βαθμό του Υποστρατήγου και τώρα πλέον είμαι γνήσιος Στρατηγός. [….]
Σε φιλώ, με αγάπη, Μπάμπης […]»
Η δεύτερη περίοδος
Το Μάιο του 1944 συγκροτήθηκε στη Χαλκίδα Ανώτερη Στρατιωτική Διοίκηση με διοικητή τον υποστράτηγο πλέον Χαρ. Παπαθανασόπουλο. Συγκεκριμένα, με διαταγή του Ιωάννη Ράλλη (Ε.Π. 50/21-4-44) «λόγω εκτάκτων περιστάσεων ιδρύεται εν Ευβοία Ανωτέρα Στρατιωτική Διοίκησις», ο Παπαθανασόπουλος αποκτά «δικαίωμα διοικήσεως της Νήσου ως εκπρόσωπος της Κυβερνήσεως», σε αυτόν υπάγονται όλες οι αρχές και αποκτά «επί της Νήσου πάσαν εξουσίαν προς εκπλήρωσιν της αποστολής του». Συγκροτήθηκαν το 1ο και το 2ο Ανεξάρτητο Τάγμα Ευζώνων ενώ υπήρχε και το 3ο Τάγμα στη γερμανική βάση στις Γούβες.
Την 1η Μαΐου, ο Παπαθανασόπουλος, με δύο προκηρύξεις, διενέργησε τόσο στρατολόγηση με βάση το στρατολογικό νόμο όσο και πρόσκληση για εθελοντική κατάταξη. Κάλεσε τους στρατεύσιμους της κλάσης 1940 που διέμεναν στο Δήμο Χαλκιδέων να παρουσιαστούν από 2 έως 4 Μαΐου για τη συγκρότηση Ανεξάρτητου Τάγματος Ευζώνων. Όσοι δεν παρουσιαζόντουσαν, θεωρούνταν όχι απλά ανυπότακτοι αλλά «ως ανήκοντες εις ανατρεπτικάς οργανώσεις» και ως τέτοιοι θα «διωχθώσιν αυτοί τε και τα μέλη των οικογενειών των». Επίσης προσκάλεσε εθελοντές για ετήσια στρατιωτική υποχρέωση ως υπαξιωματικούς ή στρατιώτες με δέλεαρ μισθό «λίαν ικανοποιητικό» «ανάλογα με την διακύμανσιν του τιμαρίθμου της ζωής», δωρεάν οικογενειακή ιατρική εξέταση, μηνιαία άδεια μετ’ αποδοχών και μετά το τέλος των υποχρεώσεων τους κατάληψη κατά προτίμηση κενών δημοσίων θέσεων «άνευ διαγωνισμού». Την επομένη πάντως, ο ταγματάρχης Όμπερμάιερ εκ μέρους της Φελντ Κομμαντατούρ έσπευσε να διευκρινίσει ότι εργάτες και υπάλληλοι απαραίτητοι σε εργοστάσια Γερμανικών συμφερόντων θα επιστρατεύονταν μόνον κατόπιν άδειάς της. Ο Παπαθανασόπουλος, μετά απ’ αυτό, ζήτησε να εφοδιάζονται με σημείωμα ώστε να απαλλάσσονται. Στις 28 Μαΐου διενεργήθηκε νέα ευρύτερη στρατολόγηση στις κλάσεις από 1935 έως 1939 σε μια σειρά κοινότητες για την επάνδρωση του 2ου Ανεξάρτητου Τάγματος Ευζώνων Ευβοίας. Μέσα στο Μάιο συντελέστηκε η επάνδρωση και η εκπαίδευση των Ταγμάτων και από τις 3 Ιουνίου άρχισε η νέα αιματηρή εξόρμησή τους στην ύπαιθρο της Εύβοιας που δεν θα τερματιστεί παρά με την επεισοδιακή παράδοση τους στην Απελευθέρωση. Προς κατάταξη κλήθηκαν οι κλάσεις 1935 και 1936 του Δήμου Χαλκιδέων για το 2ο Ανεξάρτητο Τάγμα στις 9 Σεπτεμβρίου 1944.
Η δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας στην Εύβοια ήταν λοιπόν αποτέλεσμα πολιτικής απόφασης και πεδίο συνεύρεσης της κατοχικής κυβέρνησης και τουλάχιστον του ΕΔΕΣ Αθηνών με την ενθάρρυνση και βοήθεια του στρατού Κατοχής. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν και δεν επιτεύχθηκε ο στόχος της διάλυσης του αντάρτικου και των αντιστασιακών οργανώσεων, κατορθώθηκε εντέλει η δημιουργία μιας εντόπιας ένοπλης δύναμης που ο ΕΛΑΣ την υπολόγιζε το Σεπτέμβριο του 1944 σε 2.000 άνδρες τραυματίζοντας βαθιά την τοπική κοινωνία. Οι εκατοντάδες καταγγελίες και μηνύσεις για κάθε είδους έγκλημα που κατέκλυσαν μεταπολεμικά το τοπικό Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων το μαρτυρούν. Η αθώωση σε συντριπτικό ποσοστό των κατηγορουμένων για αυτά υπήρξε το σκηνικό της επόμενης τραγικής περιόδου.
«Το Κράτος είναι αποφασισμένον να επιβάλη οπωσδήποτε και δι’ οιουδήποτε μέσου την θέλησιν του και την τάξιν εις ολόκληρον την Εύβοιαν.»
Προκήρυξη Χ. Παπαθανασόπουλου προς τους κατοίκους της Ιστιαίας [02.04.1944]
Τα γεγονότα του 1943 στη χώρα αλλά και στα παγκόσμια πεδία των μαχών ήταν καταιγιστικά. Στην Ελλάδα, αφού η αγροτική εξέγερση πλαισιωμένη από την πολιτική και οργανωτική κινητοποίηση του ΕΑΜ οδήγησε στη μεταμόρφωση του ΕΛΑΣ από άθροισμα αντάρτικων ομάδων σε έναν εντυπωσιακό στρατό άνω των 20.000 μαχητών, ήρθε η συνθηκολόγηση της Ιταλίας το Σεπτέμβριο του 1943, ο εξοπλισμός του ΕΛΑΣ με ιταλικά όπλα και η συνειδητοποίηση των Γερμανών ότι έπρεπε να ξανακατακτήσουν το μεγάλο μέρος της χώρας που άφηναν οι πρώην σύμμαχοί τους και που τώρα ήταν υπό την κυριαρχία της Αντίστασης, ένα κράτος εν κράτει.
Η τρίτη και τελευταία κατοχική κυβέρνηση, αυτή του Ιωάννη Ράλλη, που συγκροτήθηκε τον Απρίλιο του 1943, αποτέλεσε και τη θεσμική μορφή ανάδυσης «ενός ενιαίου «εθνικόφρονος» χώρου, που περιλαμβάνει τόσο τους επίσημους εκφραστές της «Ελληνικής Πολιτείας» όσο και μεγάλο μέρος των μη ΕΑΜικών αντιστασιακών οργανώσεων». Αυτό που προείχε πια ήταν η καταπολέμηση του ΕΑΜ- ΕΛΑΣ. Αυτό που ήθελαν δηλαδή και οι Γερμανοί χωρίς να υποστούν ιδιαίτερες απώλειες. Το φθινόπωρο του 1943, όλες οι υπηρεσίες ασφαλείας της χώρας υπάγονται πλέον στον Γερμανό «Αρχηγό των SS και της Αστυνομίας στην Ελλάδα» , φυσικά και τα Τάγματα Ασφαλείας που συγκρότησε η κυβέρνηση Ράλλη.
Την αρχική συγκρότηση δύο ευζωνικών ταγμάτων στην Αθήνα ακολούθησε η συγκρότηση ταγμάτων προς αποστολή τους στην επαρχία, ένα είδος εκστρατείας από την πρωτεύουσα προς την ύπαιθρο. Στα τέλη του 1943 σε μια πρώτη φάση και την άνοιξη του 1944 σε μια δεύτερη, είχε έρθει η σειρά της Εύβοιας. Θα προσπαθήσουμε να δείξουμε ότι η συγκρότηση των Ταγμάτων στην Εύβοια εκπορεύτηκε από την Αθήνα, τόσο από την κατοχική κυβέρνηση όσο και από το τμήμα του ΕΔΕΣ που συνεργάστηκε μαζί της, με την ενεργή ανάμιξη των Γερμανών, και ενισχύθηκε επίμονα μέχρι να αποκτήσει τοπική βάση. Η λεπτομερής εξιστόρηση της ειδεχθούς δράσης των Ταγμάτων αυτών ξεφεύγει από τα όρια αυτής της ανακοίνωσης.
Από τα μέσα Νοεμβρίου 1943 κυκλοφορούσαν στη Χαλκίδα φήμες για τον ερχομό μεγάλης γερμανικής δύναμης και για τη συγκρότηση στην Αθήνα Ταγμάτων Ασφαλείας με προορισμό την Εύβοια. Μια απόπειρα αρπαγής όπλων από κάποια αποθήκη του ΕΛΑΣ έξω από την Αρτάκη, στην περιοχή «Γαϊδουροσταθμός» και η συνακόλουθη μικροσυμπλοκή οδήγησε στην ανακάλυψη ομάδας που θεωρήθηκε πρόδρομος του Τάγματος. Πράγματι επρόκειτο για ομάδα του απόστρατου στρατηγού Δημήτρη Λιάκου, ο οποίος, σύμφωνα με το λοχαγό Χρήστο Λέρτα , μέλος τότε του ΕΔΕΣ, είχε μυηθεί στην οργάνωση «Εθνική Δράσις». Στις 9.10.1943 ο Λιάκος με άλλους τρεις προσπάθησαν να κλέψουν οπλισμό από τον εφεδρικό ΕΛΑΣ Νέας Αρτάκης αλλά απέτυχαν. Οι δύο εκτελέστηκαν ενώ ο Λιάκος φαίνεται να φυγαδεύτηκε στην Αθήνα από τον τοπικό ΕΔΕΣ που του έδωσε πρακτικό ορκομωσίας και έγγραφο προς την Κεντρική Επιτροπή του ΕΔΕΣ στην Αθήνα. Ο ΕΔΕΣ όμως στην Αθήνα έχει ήδη διασπαστεί.
Ο ΕΔΕΣ Αθηνών και τα Τάγματα
Οι συνταγματάρχες Παπαγεωργίου και Παπαθανασόπουλος του ΕΔΕΣ πέρασαν ένα διάστημα κρατούμενοι των κατοχικών δυνάμεων το 1943 και μετά την αποφυλάκισή τους τάχθηκαν οριστικά ενάντια στην αντιστασιακή δράση και στράφηκαν, μαζί με το δικηγόρο Ηλία Σταματόπουλο, προς την πολιτική κατεύθυνση της αντιμετώπισης του κομμουνισμού ως κύριου κινδύνου ενόψει των μεταπολεμικών εξελίξεων και συνεργάζονταν πλέον ανοικτά με την κατοχική κυβέρνηση και τους Πάγκαλο – Γονατά για τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας. Τον Απρίλιο του 1943 ένα άρθρο του Δ. Γιαννακόπουλου στην εφημερίδα του ΕΔΕΣ «Δημοκρατική Σημαία» με αντιστασιακό περιεχόμενο έγινε αφορμή για την κρίση στον ΕΔΕΣ, που οδήγησε στη διάσπασή του. Μετά από συγκρούσεις, στις 17 Σεπτεμβρίου του 1943 ο Παπαγεωργίου αυτοανακηρύχτηκε αρχηγός του ΕΔΕΣ Αθηνών και η συγκεκριμένη οργάνωση πήρε ανοιχτά πλέον το δρόμο της συνεργασίας και προσπάθησε να πάρει με το μέρος της τα στελέχη του ΕΔΕΣ αποκρύπτοντας σε ορισμένες περιπτώσεις τη διάσταση της από το Ζέρβα, ενώ και ο τελευταίος άργησε να πάρει αποστάσεις. Ο Παπαθανασόπουλος, που θα συναντήσουμε αμέσως παρακάτω ως επικεφαλής των Ταγμάτων Ασφαλείας στην Εύβοια, θα εκπροσωπήσει τον διασπαστικό ΕΔΕΣ στη γνωστή συνάντηση με άλλους εκπροσώπους δεξιών οργανώσεων στην Αθήνα, όπως της προαναφερθείσης «Εθνικής Δράσεως» αλλά και του εκπροσώπου της κατοχικής κυβέρνησης Σειραδάκι υπό την αιγίδα του Νεοζηλανδού λοχαγού Ντον Στοτ, ενώ σύμφωνα με το Διονύση Μπενετάτο, ο Παπαθανασόπουλος τον Σεπτέμβριο του 1943 συμμετείχε σε συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής της ΛΑΕ και πρότεινε τη συνεργασία της με την κυβέρνηση Ράλλη με σκοπό την καταπολέμηση του ΕΑΜ.
Σύμφωνα με την κατάθεση του Διονυσίου Παρασκευόπουλου, συγγενή του γαμπρού του Παπαθανασόπουλου, Θάνου Οικονομόπουλου, ο Παπαθανασόπουλος από τις 2 Οκτωβρίου 1943 και για 3μιση μήνες φιλοξενήθηκε στο σπίτι του, στην οδό Πραξιτέλους 8. Σε αυτόν παρουσιάστηκε ως αρχηγός του ΕΔΕΣ και δεχόταν στο σπίτι διάφορους αξιωματικούς και ιδιώτες όπως οι Χαρ. Βουζουναράς, Χαρ. Αντωνάτος, Μάνος Πασβάντης, ο υπασπιστής του Γ. Πολιτάκης, ο Γ. Γκενεράλης, ταγματάρχης Χωροφυλακής, ο δικηγόρος Μαυρίκος Μαυρίκης, ο ανώτερος αξιωματικός Διάμεσης, ο στρατηγός Λιάκος, ο μετέπειτα γαμπρός του Παρασκευόπουλου και πολιτικός σύμβουλος των Λιάκου και Παπαθανασόπουλου Αλ. Οικονομίδης, κ.ά. Κάθε Τετάρτη δειπνούσε με τον Ιωάννη Βουλπιώτη και Γερμανούς αξιωματικούς, όπως του έλεγε ο ίδιος. Είχε δε σχέσεις με τον Ιωάννη Ράλλη με σύνδεσμο τον Βουζουναρά. Μέσω αυτού συγκέντρωσε 500 εκατομμύρια δραχμές από το Ράλλη στα τέλη Νοεμβρίου 1943.
Ανάλογη δράση φαίνεται ότι ανέπτυξε ο δικηγόρος Μαυρίκος Μαυρίκης. Σε επιστολή του προς τον Ηρακλή Πετιμεζά του ΕΔΕΣ στις 27.10.1944 ο Γεώργιος Φαφούτης του απαντά:
« Μου εζητήσατε να σας πω τι γνωρίζω περί του Δικηγόρου Μαυρίκη […]. Κατά το μήνα Οκτώβριον 1943 επέστρεψα από το τελευταίο μου ταξίδι από την Σμύρνην, και συνάντησα τον παλαιόν γνωστόν μου Δημ. Παπαπροκοπίου έφεδρον ανθυπολοχαγόν, ο οποίος μου είπε ότι θα έπρεπε να γνωρίσω τον δικηγόρον Μαυρίκην ο οποίος είναι καλός πατριώτης και αντιπρόσωπος του Στρατηγού Ζέρβα και ότι θα έπρεπε να διευκολύνω και αυτόν διότι κάνει και αυτός (ο Μαυρίκης) πατριωτικόν αγώνα. […] Κατά την συνάντησιν μας αυτήν ο Μαυρίκης με παρεκάλεσε να τον βοηθήσω εις το να φύγει ο υιός του στην Σμύρνη δια να συναντήσει τους Άγγλους δια να τους πείσει να του στείλουν χρήματα, ιματισμόν και πολεμοφόδια διότι ετοιμάζει εδώ σώματα προς καταπολέμησιν των Κομμουνιστών και των Γερμανών. Του απήντησα ότι μπορώ μόνον να βοηθήσω τον υιόν του να φύγει, αλλά είχα αμφιβολίας αν ο υιός του θα κατώρθωνε να πείσει τους Άγγλους να τον βοηθήσουν. […]
Εις την συνάντησιν μας στου Ζαχαράτου μου είπε μεταξύ άλλων να του βρω μερικά παιδιά δια τα σώματα τα οποία ετοίμαζε.
Πράγματι του ευρήκα 18 παιδιά δια τα οποία έλεγε ότι θα τα εγγράψη στα σώματα και με παρεκάλεσε να φροντίσω δια την τροφοδοσίαν των, πράγμα το οποίον έκαμα, αλλά τον λογαριασμόν του εστιατορίου δεν τον επλήρωσε ποτέ, οπότε τα παιδιά διέρευσαν και κατετάγησαν μόνα των εις τα τάγματα ασφαλείας.»
Από πολλές πλευρές φαίνεται η διαπλοκή του ΕΔΕΣ Αθηνών, της κυβέρνησης Ράλλη και των Γερμανών μέσω των άμεσων συνεργατών τους καθώς και άλλων πολιτικών παραγόντων, ο καθένας για τους δικούς του σκοπούς και όλοι μαζί εναντίον της οργανωμένης Αντίστασης του ελληνικού λαού. Άλλωστε αυτό δεν το κρύβει τουλάχιστον ο Παπαθανασόπουλος στην απολογία του στο Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων, υποστηρίζοντας φαιδρά ότι παραπλανούσε τους Γερμανούς ενώ ενεργούσε υπό το Συμμαχικό Στρατηγείο, το οποίο ήθελε να αναγνωρίζει στο πρόσωπο του αμφιλεγόμενου Στοτ. Πιο ενδιαφέρουσα είναι μια έκθεση του με τίτλο «Δια τας ενεργείας μας εν Ευβοία εναντίον του Κομμουνισμού» με ημερομηνία 2 Ιουνίου 1944 που συνυπογράφεται από το Διοικητή του γερμανικού μηχανοκίνητου τάγματος Westphal, αποσπάσματα της οποίας δημοσιεύτηκαν στο φύλλο 170 της εφημερίδας «Ελευθερία». Σε αυτή ο Παπαθανασόπουλος αναφέρει καθαρά ότι ζήτησε τη βοήθεια των Γερμανών μέσω του Βουλπιώτη για την εκστρατεία του στην Εύβοια και ανέλαβε δράση μετά την υπόσχεση τους για παροχή όπλων.
Σαφές είναι και ένα κείμενο προς τους Λιάκος-Παπαθανασόπουλο με οδηγίες για τη δράση τους στην Εύβοια. Γίνεται σαφές ότι ο οπλισμός θα σταλεί από την Αθήνα, στην οποία θα πρέπει να αναφέρονται οι Λιάκος-Παπαθανασόπουλος κάθε 48ωρο με δελτία πληροφοριών. Επίσης σαφής είναι η στάση απέναντι στα στρατεύματα Κατοχής, αφού απαγορεύεται επί ποινή θανάτου κάθε ενέργεια στρεφόμενη εναντίον τους.
Η αρχική ιδέα ήταν η στρατολόγηση πολιτοφυλάκων από την γύρω περιοχή, Χαλκίδα και περίχωρα από Ψαχνά έως Βάθεια λόγω οικονομικής αδυναμίας στρατολόγησης Αθηναίων. Μέχρι όμως να επιτευχθεί ο στόχος αυτός θα χρειαστεί δύο φορές να σταλεί δύναμη από Αθήνα όπως θα δούμε. Οι πολιτοφύλακες αυτοί θα εμφανίζονταν ως Ελληνικός Στρατός με ανάλογο ειδικό σήμα. Αποστολή τους η εκκαθάριση της νήσου από τα αναρχικά στοιχεία και η επαναφορά των νομίμων, δηλαδή των κατοχικών ή στην καλύτερη περίπτωση των μεταξικών, Κοινοτικών και Δημοτικών Αρχών. Παράλληλα ο Λιάκος, ενώ θα εμφανίζεται ως εκπρόσωπος της κυβέρνησης, θα προχωρά στην τοποθέτηση πολιτικών εκπροσώπων του ΕΔΕΣ Αθηνών για την Βόρεια, την Κεντρική και τη Νότια Εύβοια καθώς και τριμελών ή πενταμελών επιτροπών σε κάθε πόλη ή χωριό, την εγγραφή μελών και τη στρατολόγηση πολιτοφυλάκων. Τέλος, ο Λιάκος έπρεπε να οργανώσει υπηρεσία για την τροφοδοσία και τη μισθοδοσία των πολιτοφυλάκων.
Εκστρατεία στην Εύβοια
Κατέφθασε λοιπόν ως νέος νομάρχης Ευβοίας, διορισμένος από την κυβέρνηση Ράλλη ο στρατηγός Δ. Λιάκος μαζί με απόσπασμα από 70 περίπου χωροφύλακες από την Αθήνα . Μαζί του κατέφθασε και ο Α. Οικονομίδης, ως σύμβουλος και διερμηνέας. Τον Ιανουάριο του 1944, ο Λιάκος συγκρότησε «Εθνική Πολιτοφυλακή» με λόχους στα Ψαχνά, στην Αρτάκη, στο Δοκό και στο Βασιλικό. Για την συντήρηση των σωμάτων αυτών ο Λιάκος επιτάσσει τρόφιμα από την επιτροπή συσσιτίων, την ένωση συνεταιρισμών, την Αγροτική Τράπεζα και φορολογεί τα πάντα, από τρόφιμα έως εισιτήρια. Επίσης διενεργείται και η πρώτη τοπική επιστράτευση της κλάσης του ‘32 και δημιουργούνται λόχοι στη Χαλκίδα.
Στις 9 Ιανουαρίου, ο Παπαθανασόπουλος, που βρίσκεται ακόμη στην Αθήνα, στέλνει μια ενθαρρυντική επιστολή στον Οικονομίδη:
«Αγαπητέ Αλέκο, […] Επισπεύσατε την συγκρότησιν των τμημάτων για το κτύπημα των αναρχικών ανταρτικών ομάδων και επισπεύσατε επίσης την συλλογήν χρημάτων δια την τροφοδοσίαν των τμημάτων μας. […]‘Όλοι οι γνωστοί φίλοι σας εύχονται επιτυχίαν. Ελπίζω να έλθω και εγώ μέχρι τέλους της εβδομάδος ως Λειβαδίτης. Να τηρηθή απολύτως μυστικόν. […] Μη λησμονείτε ότι πρέπει να μου στέλλετε δελτία κάθε δύο ημέρες, τα ζητούν οπωσδήποτε οι άλλοι . Με αγάπην, Μπάμπης.»
Με τη δύναμη που συγκέντρωσε ο Λιάκος στη Χαλκίδα άρχισε τις επιδρομές στην υπόλοιπη Εύβοια με σκοπό τη διάλυση των εαμικών οργανώσεων και του αντάρτικου και την εγκατάσταση σταθμών σε σημαντικά κέντρα όπως σε Βάθεια, Ερέτρια, Αλιβέρι και Κύμη. Με αναφορές του προς το Υπουργείο Εσωτερικών, ο Λιάκος δηλώνει ότι έχει εκκαθαρίσει την ευρύτερη περιοχή της Χαλκίδας μέσα στον Ιανουάριο αλλά ζητά την ίδρυση έκτακτου Στρατοδικείου καθώς πολλοί συλληφθέντες απολύονται, πράγμα που αντίκειται «προς την εθνικήν συνείδησιν του λαού».
Στις αρχές Φεβρουαρίου οι νεοσχηματισμένοι λόχοι των Ταγμάτων στη Χαλκίδα τίθενται στη διάθεση των Γερμανών στις εκκαθαριστικές τους επιχειρήσεις στην Κεντρική Εύβοια. Με τις δυνάμεις που εγκαθίστανται στις φρουρές, οι Γερμανοί ελέγχουν τον άξονα Χαλκίδας-Κύμης και την περιοχή των Ψαχνών. Στις 25 Φεβρουαρίου ο Λιάκος διενεργεί στρατολογία σε 5 κλάσεις μέρους του τέως Δήμου Μεσαπίων. Τυχόν ανυπότακτοι θεωρούνται μέλη ανατρεπτικών ομάδων και υποψήφιοι προς εκτόπιση μαζί με τις οικογένειες τους. Παρ’ όλα αυτά, η επιστράτευση παρουσιάζει προβλήματα. Από την Αρτάκη μέχρι τα μέσα Μαρτίου παρουσιάζονται μονάχα 3 από τους 44 κληθέντες.
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση και μετά από αίτηση του Λιάκου, η κυβέρνηση Ράλλη στέλνει για ενίσχυση το 2ο Τάγμα Ευζώνων Αθηνών αλλά και οι Γερμανοί στέλνουν ένα λόχο και θέτουν όλες τις δυνάμεις υπό τις διαταγές του λοχαγού Μπάγιερ. Δύο μέρες πριν είχε φτάσει στην Εύβοια και ο Παπαθανασόπουλος «αυτοβούλως» καθώς λέει.
Τα σώματα αυτά μαζί με τα ήδη υπάρχοντα χωρίζονται σε δύο φάλαγγες, η μία για τη Βόρειο Εύβοια υπό τη διοίκηση Λιάκου – Παπαθανασόπουλου και η άλλη για την Κεντρική και Νότια Εύβοια υπό τη διοίκηση του συνταγματάρχη Χρήστου Γερακίνη . Με μια σειρά επιδρομών, «χτένισμα» της Εύβοιας, τα σώματα αυτά προκαλούν μεγάλες δυσκολίες στο όχι πολύ ισχυρό αντάρτικο της περιοχής, ενώ επιστρατεύονται και ντόπιοι, ειδικά σε Αγία Άννα, Ερέτρια και Βάθεια (Αμάρυνθο). Οι τελευταίοι, αρχίζουν να εξοπλίζονται από τις 25 Ιανουαρίου και αργότερα συγκροτούν τον 6ο λόχο του 2ου ανεξάρτητου Τάγματος Ευζώνων και συμμετέχουν στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών και των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας των Λιάκου-Παπαθανασόπουλου προς τη βόρεια Εύβοια, η νομαρχιακή επιτροπή του ΕΑΜ αποφάσισε να αντιδράσει και να οργανώσει επίθεση στο Ξηροχώρι (Ιστιαία). Η επίθεση εκδηλώθηκε την 1η Απριλίου 1944 αλλά απέτυχε καθώς δεν μπόρεσαν να εμποδίσουν την άφιξη γερμανικής δύναμης από την κοντινή οχυρή θέση Γούβες. Στη μάχη σκοτώθηκε ο Λιάκος από Ιταλό αυτόμολο ενώ ως αντίποινα ο λοχαγός Μπουρλίδης εκτέλεσε επιτόπου με το περίστροφό του 18 ντόπιους νέους. Τρεις μέρες αργότερα, στις 4 του μηνός έγινε η μάχη στο Θεολόγο, απ’ όπου σώζεται και το περίφημο τηλεγράφημα του συνταγματάρχη Χρήστου Γερακίνη: «απώλειαι εκ των ημετέρων εις Γερμανός τραυματίας».
Μετά το θάνατο του Λιάκου, τον Απρίλιο του 1944 σταμάτησε η πρώτη εκστρατεία προς την ύπαιθρο της Εύβοιας και οι μονάδες επανήλθαν στις θέσεις τους. Εντωμεταξύ, στην Αθήνα ο Παπαγεωργίου υπέβαλε την παραίτηση του όπως και του Παπαθανασόπουλου από τη διοίκηση του ΕΔΕΣ Αθηνών, σε μια εσωτερική κρίση που ενέπλεξε την κυβέρνηση Ράλλη και τον πολιτικό κόσμο της Αθήνας και η οποία αξίζει περαιτέρω έρευνας. Τελικά ο Παπαθανασόπουλος, που είχε επιστρέψει στην Αθήνα, κράτησε την αρχηγία των επιχειρήσεων στην Εύβοια και ετοιμαζόταν για την επάνοδο του. Στις 19 Απριλίου έστειλε μια επιστολή στον Οικονομίδη που είχε μείνει στη Χαλκίδα και προαλειφόταν για νομάρχης:
«Αγαπητέ Αλέκο,
Χριστός Ανέστη. Εύχομαι εις όλους ευτυχέστερες ημέρες. […] Όπως έγραφα χθες στον Χρήστο, ιδρύονται εν Ευβοία 3 Τάγματα εις τα οποία εξιωματικοί και οπλίται εξομοιούνται ως προς τας αποδοχάς με τα Τάγματα Ευζώνων. […] Εγώ διωρίσθην Ανώτατος Στρατιωτικός Διοικητής Ευβοίας με δικτατορικά δικαιώματα […] Τώρα εκτός αυτών που μου ετοιμάζει η Κυβέρνησις, μου ετοιμάζουν και οι Γερμανοί τον οπλισμόν που εζήτησα και αν είνε έτοιμος προς αποστολήν θα έλθω αμέσως γιατί κουράσθηκα εδώ με τα τρεχάματα.
Παρέλειψα να σου γράψω ότι η Κυβέρνησις μου ανεγνώρισε τον βαθμό του Υποστρατήγου και τώρα πλέον είμαι γνήσιος Στρατηγός. [….]
Σε φιλώ, με αγάπη, Μπάμπης […]»
Η δεύτερη περίοδος
Το Μάιο του 1944 συγκροτήθηκε στη Χαλκίδα Ανώτερη Στρατιωτική Διοίκηση με διοικητή τον υποστράτηγο πλέον Χαρ. Παπαθανασόπουλο. Συγκεκριμένα, με διαταγή του Ιωάννη Ράλλη (Ε.Π. 50/21-4-44) «λόγω εκτάκτων περιστάσεων ιδρύεται εν Ευβοία Ανωτέρα Στρατιωτική Διοίκησις», ο Παπαθανασόπουλος αποκτά «δικαίωμα διοικήσεως της Νήσου ως εκπρόσωπος της Κυβερνήσεως», σε αυτόν υπάγονται όλες οι αρχές και αποκτά «επί της Νήσου πάσαν εξουσίαν προς εκπλήρωσιν της αποστολής του». Συγκροτήθηκαν το 1ο και το 2ο Ανεξάρτητο Τάγμα Ευζώνων ενώ υπήρχε και το 3ο Τάγμα στη γερμανική βάση στις Γούβες.
Την 1η Μαΐου, ο Παπαθανασόπουλος, με δύο προκηρύξεις, διενέργησε τόσο στρατολόγηση με βάση το στρατολογικό νόμο όσο και πρόσκληση για εθελοντική κατάταξη. Κάλεσε τους στρατεύσιμους της κλάσης 1940 που διέμεναν στο Δήμο Χαλκιδέων να παρουσιαστούν από 2 έως 4 Μαΐου για τη συγκρότηση Ανεξάρτητου Τάγματος Ευζώνων. Όσοι δεν παρουσιαζόντουσαν, θεωρούνταν όχι απλά ανυπότακτοι αλλά «ως ανήκοντες εις ανατρεπτικάς οργανώσεις» και ως τέτοιοι θα «διωχθώσιν αυτοί τε και τα μέλη των οικογενειών των». Επίσης προσκάλεσε εθελοντές για ετήσια στρατιωτική υποχρέωση ως υπαξιωματικούς ή στρατιώτες με δέλεαρ μισθό «λίαν ικανοποιητικό» «ανάλογα με την διακύμανσιν του τιμαρίθμου της ζωής», δωρεάν οικογενειακή ιατρική εξέταση, μηνιαία άδεια μετ’ αποδοχών και μετά το τέλος των υποχρεώσεων τους κατάληψη κατά προτίμηση κενών δημοσίων θέσεων «άνευ διαγωνισμού». Την επομένη πάντως, ο ταγματάρχης Όμπερμάιερ εκ μέρους της Φελντ Κομμαντατούρ έσπευσε να διευκρινίσει ότι εργάτες και υπάλληλοι απαραίτητοι σε εργοστάσια Γερμανικών συμφερόντων θα επιστρατεύονταν μόνον κατόπιν άδειάς της. Ο Παπαθανασόπουλος, μετά απ’ αυτό, ζήτησε να εφοδιάζονται με σημείωμα ώστε να απαλλάσσονται. Στις 28 Μαΐου διενεργήθηκε νέα ευρύτερη στρατολόγηση στις κλάσεις από 1935 έως 1939 σε μια σειρά κοινότητες για την επάνδρωση του 2ου Ανεξάρτητου Τάγματος Ευζώνων Ευβοίας. Μέσα στο Μάιο συντελέστηκε η επάνδρωση και η εκπαίδευση των Ταγμάτων και από τις 3 Ιουνίου άρχισε η νέα αιματηρή εξόρμησή τους στην ύπαιθρο της Εύβοιας που δεν θα τερματιστεί παρά με την επεισοδιακή παράδοση τους στην Απελευθέρωση. Προς κατάταξη κλήθηκαν οι κλάσεις 1935 και 1936 του Δήμου Χαλκιδέων για το 2ο Ανεξάρτητο Τάγμα στις 9 Σεπτεμβρίου 1944.
Η δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας στην Εύβοια ήταν λοιπόν αποτέλεσμα πολιτικής απόφασης και πεδίο συνεύρεσης της κατοχικής κυβέρνησης και τουλάχιστον του ΕΔΕΣ Αθηνών με την ενθάρρυνση και βοήθεια του στρατού Κατοχής. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν και δεν επιτεύχθηκε ο στόχος της διάλυσης του αντάρτικου και των αντιστασιακών οργανώσεων, κατορθώθηκε εντέλει η δημιουργία μιας εντόπιας ένοπλης δύναμης που ο ΕΛΑΣ την υπολόγιζε το Σεπτέμβριο του 1944 σε 2.000 άνδρες τραυματίζοντας βαθιά την τοπική κοινωνία. Οι εκατοντάδες καταγγελίες και μηνύσεις για κάθε είδους έγκλημα που κατέκλυσαν μεταπολεμικά το τοπικό Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων το μαρτυρούν. Η αθώωση σε συντριπτικό ποσοστό των κατηγορουμένων για αυτά υπήρξε το σκηνικό της επόμενης τραγικής περιόδου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου