(του ιστορικού Χάγκεν Φλάισερ από το Βήμα της Κυριακής, 1 Νοεμβρίου 2009)
Μετά την ολοκληρωτική ήττα του ναζιστικού Ράιχ τον Μάιο του 1945, η Γερμανία υφίστατο πλέον μόνον ως γεωγραφικός όρος (και ως αμφιλεγόμενη ιστορική ανάμνησηπαραπαίουσα μεταξύ Γκέμπελς και Γκαίτε). Μόλις το 1949, με τα δεδομένα της ψυχροπολεμικής κλιμάκωσης, συγκροτήθηκαν τα δύο αντίπαλα γερμανικά κράτη υπό την κηδεμονία των εκάστοτε δυνάμεων κατοχής η οποία ήταν λίαν «σφιχτή»- ιδίως στην (ανατολική) Γερμανική Λαοκρατική Γερμανία (ΓΛΔ).
Την ίδια χρονιά της παγιωμένης διχοτόμησης των πρώην κατακτητών, στην Ελλάδα η θερμή φάση του Εμφυλίου έληξε με την ήττα της Αριστεράς. Αυτό έδινε την ευκαιρία στη (Δυτική) Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΟΔΓ) να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία που να βρίσκεται στα ίδια ιδεολογικά χαρακώματα με τους νικητές. Απ΄ όλες τις πρωτεύουσες της πάλαι ποτέ αντιφασιστικής συμμαχίας, μόνο στην Αθήνα οι εκπρόσωποι της Βόννης τολμούσαν να αποκαλούν «συμμορίτες» τους άλλοτε παρτιζάνους, αφού μάλιστα ο στρατάρχης Παπάγος εγκωμίαζε τη Βέρμαχτ ως τον καλύτερο στρατό του κόσμου. Ο ίδιος και άλλοι ταγοί απ΄ όλο το (νόμιμο) πολιτικό φάσμα εξήραν τις «στρατιωτικές αρετές» των Γερμανών (και τις πολεμικές εμπειρίες τους κατά της ΕΣΣΔ!) που δεν έπρεπε να μείνουν ανεκμετάλλευτες, ενόψει μάλιστα της επαπειλούμενης νέας παγκόσμιας σύρραξης. Δικαιολογημένα λοιπόν το ΥΠΕΞ της Βόννης «ενημέρωνε» τον πρόεδρο Χόις, στο πλαίσιο επικείμενης επίσκεψής του στην Αθήνα (1956), ότι στη μνήμη των Ελλήνων «τασυμβάντατης γερμανικής Κατοχής ευτυχώςέχουν επικαλυφθεί κατά μεγάλο μέρος από τις κομμουνιστικές θηριωδίεςτου Εμφυλίου». Κατά την ίδια έννοια, Δυτικογερμανοί διπλωμάτες θεωρούσαν τη Μακρόνησο υπόδειγμα «ανθρώπινης» αναμόρφωσης κομμουνιστών...
Κατοχικά βαρίδια
Το 1952, η Αθήνα αποφυλάκισε τον τελευταίο τότε κατάδικο της Βέρμαχτ. Το 1957 όμως, στην Αθήνα συλλαμβάνεται ο Μαξ Μέρτεν για την πλούσια κατοχική δράση του- από «υπερβάλλοντα ζήλο» του εισαγγελέα Ανδρέα Τούση, επικεφαλής του Ελληνικού Εθνικού Γραφείου εγκλημάτων πολέμου. Στη Βόννη τα συναρμόδια υπουργεία συζητούσαν με αγανάκτηση τη «λήψη αντιποίνων» (επί λέξει!) και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής υπέκυψε τελικά στους εκβιασμούς (και στο δόλωμα ενός δανείου 200 εκατ. μάρκων). Το 1959, με δύο νόμους κατά παραγγελίαναναστέλλεται επ΄αόριστον πάσα δίωξη γερμανών εγκληματιών πολέμου, ενώ ο καταδικασθείς ήδη Μέρτεν αποφυλακίζεται και απελαύνεται. Η ΟΔΓ όμως θα αθετήσει την ανειλημμένη υποχρέωση της δικαστικής εξέτασης των εκατοντάδων ανοιχτών δικογραφιών, οι οποίες τελικά απλώς αρχειοθετούνται.
Η διαχρονική αυτή αποφυγή ξεκαθαρίσματος του ένοχου παρελθόντος διευκόλυνε την Ανατολική Γερμανία να προβάλλει τη δική της «αντιφασιστική» προσέγγιση. Το 1949/50 δέχθηκε 1.128 «δημοκρατικά ελληνόπουλα», όχι όμως ενήλικους πολιτικούς πρόσφυγες, για να αποφευχθούν πιθανές δυσάρεστες συναντήσεις μεταξύ πρώην ανταρτών και κατακτητών. Αλλωστε, ανατολικογερμανικά δικαστήρια καταδίκασαν τρεις βετεράνους της Βέρμαχτ για εγκλήματα που είχαν διαπράξει στην κατεχόμενη Ελλάδα.
Οι διαφορετικές προσεγγίσεις των δύο αντίπαλων γερμανικών κρατών γίνονται αντιληπτές ακόμη και από τις δημοσιεύσεις σχετικά με την Ελλάδα της πολεμικής περιόδου. Στην ΟΔΓ, το υπουργείο Εξωτερικών χρηματοδότησε τη μετάφραση των αναμνήσεων του Παπάγου, δεδομένου ότι αφορούσαν αμιγώς στρατιωτικά γεγονότα· αντίθετα, η ανατολικογερμανική Ακαδημία Επιστημών προωθούσε εκδόσεις που επικεντρώνονταν στην (εαμική) Αντίσταση και την τρομοκρατία της Κατοχής. Εξέχοντα παραδείγματα ήταν το «ΕΛΑΣ» του Σαράφη, το μπεστσέλερ του Θέμη Κορνάρου για το στρατόπεδο Χαϊδαρίου και η αντιστασιακή ανθολογία της Ελλης Αλεξίου.
Οι εμπορικοί αντιπρόσωποι της ΓΛΔ στην Ελλάδα καταδίκαζαν δημοσίως τα ναζιστικά εγκλήματα, μνημονεύοντας επετείους σφαγών και αναζητώντας- σε αντίθεση με τους Δυτικογερμανούς διπλωμάτες- επαφές με χωριά που είχαν πέσει θύματα ιδιαιτέρως ειδεχθών «αντιποίνων» (Δίστομο, Χορτιάτης). Εν γένει, η ΓΛΔ επιδίωκε να ανακαλεί στη μνήμη των Ελλήνων τις εμπειρίες τους από το γερμανικό φασισμό- «για να ξεσκεπάσει τη μιλιταριστική και ρεβανσιστική εξέλιξη στην ΟΔΓ», σε αντιδιαστολή με τοάλλο,«φιλειρηνικό», γερμανικό κράτος. Στηλιτεύτηκε η συχνά αφιλόξενη μεταχείριση των ΕλλήνωνΓκασταρμπάιτερστη Δυτική Γερμανία με την ιστορική υποσημείωση ότι ο πρώτος υπεύθυνος για τηστρατολόγησήτους κατείχε επί Κατοχής παρόμοιες αρμοδιότητες. Οι σύντροφοι του ΚΚΕ ζητούσαν πληροφορίες για ανάμειξη «σπουδαίων προσωπικοτήτων της Δυτικής Γερμανίας στην καταλήστευση και καταπίεση των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Κατοχής».
Αποζημιώσεις
Το 1952/53, το άτυπο αγγλοαμερικανικό διευθυντήριο της διασυμμαχικής Συνδιάσκεψης για το εξωτερικό χρέος της Γερμανίας στο Λονδίνο κατέληξε σε συνειδητά ασαφή διατύπωση σχετικά με το πόσο θα αναβαλλόταν «η εξέταση» (και μόνο) των απαιτήσεων που πήγαζαν από τον Πόλεμο: «μέχρι του οριστικού διακανονισμού του προβλήματος». Δηλαδή η επισήμανση ότι δεν ασχολούνταν με το πρόβλημα συνδυαζόταν με την έσχατη παρέμβαση στο θέμα αυτό: την πιθανώς επ΄ αόριστον αναβολή της ανεπιθύμητης λύσης, τοποθετώντας την στις (Ελληνικές) Καλένδες, όπως έλεγαν οι ίδιοι.
Η Γερμανία εκμεταλλευόταν τον καρπό της συμπαιγνίας αυτής στο έπακρο επί δεκαετίες. Μόνο ως προς την αξίωση ατομικών αποζημιώσεων, το 1960 η ΟΔΓ υποχώρησε μερικώς, πληρώνοντας στην Ελλάδαύστερα από σκληρό παζάρι- 115 εκατομμύρια μάρκα «αποκατάστασης» [Wiedergutmachung] για θύματα «εθνικοσοσιαλιστικών διώξεων», δηλαδή για Ελληνες διωχθέντες «διά λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς ή αντιθέσεως προς την εθνικοσοσιαλιστικήν κοσμοθεωρίαν». Η υποχώρηση αυτή- «εκούσια», όπως τόνιζε η Βόννη, για να μη θεωρηθεί δεδικασμένο για επανορθώσεις- οφειλό ταν στη συνδυασμένη πίεση ένδεκα δυτικών χωρών, που είχαν παρόμοιες απαιτήσεις. Οφειλόταν επίσης στον φόβο ενδεχόμενης διπλωματικής αναβάθμισης της Ανατολικής Γερμανίας. Γενικά, οι επίσημες «μνήμες» και των δύο γερμανικών κρατών για το κοινό κατοχικό παρελθόν, επηρεάζονταν από σκοπιμότητες του ενδογερμανικού ανταγωνισμού.
Το Τείχος
Η επίσημη Αθήνα βέβαια δεν ανταποκρινόταν στους εξ Ανατολής δελεασμούς- λόγω γενικότερων συμμαχικών υποχρεώσεων και για να μην εισπράξει η Αριστερά τους καρπούς του ανοίγματος. Ωστόσο, το 1961 το όποιο γόητρο του δεύτερου γερμανικού κράτους, πέρα από τους στενά κομματικά συμπαθούντες, συρρικνώθηκε εξαιτίας της ανέγερσης του Τείχους, με επακόλουθο την αποσκίρτηση του υποδιευθυντή της ανατολικογερμανικής εμπορικής αντιπροσωπείας στην Αθήνα. Δεν άλλαξαν πολλά πράγματα κατά τη σύντομη κεντρώα παρένθεση (1963/65). Ωστόσο, το απριλιανό πραξικόπημα αποτέλεσε βαθιά τομή διακόπτοντας όλες τις πολιτιστικές επαφές, συμπεριλαμβανομένου του σχεδίου των ένθεν κακείθεν συντρόφων για παραγωγή ταινίας (και βιβλίου) θρίλερ που θα αποκάλυπτε την ανίερη συμπαιγνία της δυτικογερμανικής και της ελληνικής Δεξιάς, επί παραδείγματι της σκανδαλώδους υπόθεσης Μέρτεν. Οι εμπορικές σχέσεις, ωστόσο, δεν επηρεάστηκαν μακροπρόθεσμα, αφού το Ανατολικό Βερολίνο γρήγορα συνειδητοποίησε ότι τα αδελφά κράτη είχαν ήδη αρχίσει κερδοφόρες συναλλαγές με τη χούντα, παραβιάζοντας το σοσιαλιστικό εμπάργκο που είχε αποφασιστεί. Το 1973 μάλιστα, στο πνεύμα των συμφωνιών του Ελσίνκι, τα δύο καθεστώτα συνήψαν διπλωματικές σχέσεις, αλλά μόνο μετά τη μεταπολίτευση σε επίπεδο πρέσβεων.
Το 1981, ο Κων. Μητσοτάκης ήταν ο πρώτος Ελλην υπουργός που επισκέφθηκε το Ανατ. Βερολίνο. Ωστόσο μόνο η κυβερνητική αλλαγή, λίγους μήνες αργότερα, έδωσε νέα διάσταση στις διμερείς σχέσεις. Η Αθήνα ήταν η πρώτη πρωτεύουσα του ΝΑΤΟ που αποδεχόταν στρατιωτικό ακόλουθο της ΓΛΔ, ενώ ο Χρ. Σαρτζετάκης επισκέφτηκε το Ανατ. Βερολίνο ως πρώτος πρόεδρος δυτικής χώρας. Στη «διπλωματία επισκέψεων» καταγράφονταν πολλές τέτοιες πρωτιές· εντυπωσιακή ήταν και η συχνότητα των επαφών, π.χ. μεταξύ Ανδρέα Παπανδρέου και Εριχ Χόνεκερ, ισχυρού άνδρα της ΓΛΔ. Η νέα εξισορροπητική στρατηγική του ΠαΣοΚ ενίοτε ενοχλούσε τους παραδοσιακούς εταίρους, λ.χ. όταν ο Πρόεδρος της ελληνικής Βουλής, κατά την επίσκεψή του στοΔυτικόΒερολίνο, αρνήθηκε την προγραμματισμένη περιήγηση στο Τείχος για να μην προσβληθούν οι νέοι φίλοι από την άλλη πλευρά... Βέβαια, το «τείχος του αίσχους», συμβολίζοντας τον εγκλεισμό των πολιτών της, επηρέαζε ακόμα την εικόνα της ΓΛΔ, εθεωρείτο όμως ως δεδομένο.
Τρίγωνο εντός τριγώνου
Η ΓΛΔ διατηρούσε στενές ιδεολογικές και οικονομικές σχέσεις με το ελληνικό αδελφό κόμμα, θεωρώντας το πιο έμπιστο και «ώριμο» από τα άλλα της Δύσης. Ετσι ικανοποιούσε τις αιτήσεις υψηλόβαθμων στελεχών του ΚΚΕ για υποτροφίες υπέρ παιδιών και ανιψιών τους, επίσης οργάνωνε σεμινάρια επιμόρφωσης για τα ίδια τα στελέχη, ακόμη και σεμινάριο «μαρξιστικής-λενινιστικής αισθητικής». Συχνά όμως, τα αρχεία φανερώνουν δυσφορία του ΚΚΕ για τη ψυχρή ρεαλπολιτίκ των βόρειων συντρόφων, οσάκις έδιναν προτεραιότητα στην πραγματιστική σχέση με το κυβερνών ΠαΣοΚ.
Ως προς την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης και γενικότερα τη θεώρηση του κατοχικού παρελθόντος συνέκλιναν και οι τρεις πλευρές- ενώ οι Δυτικογερμανοί ακόμα αμφιταλαντεύονταν. Το 1984, όταν οργανώσαμε (με πρόεδρο τον αείμνηστο Νίκο Σβορώνο) το πρώτο επιστημονικό συνέδριο σε ελληνικό έδαφος για την περίοδο εκείνη, από τους δύο προσκληθέντες πρεσβευτές ο μεν Δυτικογερμανός έστειλε εκπρόσωπό του κατά την έναρξη, ενώ ο Χορστ Μπρι της ΓΛΔ, βετεράνος της ενδογερμανικής αντιναζιστικής Αντίστασης, παρακολουθούσε σχεδόν αδιάλειπτα τις εργασίες επί πέντε ημέρες. Αντιδογματικός, δεν είχε πρόβλημα στο να παρευρεθεί τα επόμενα χρόνια σε κοινές ενέργειες με τον μετέπειτα πρεσβευτή της ΟΔΓ, Ρύντιγκερ φον Παχέλμπελ, που σε αντίθεση με τους περισσότερους προκατόχους του δεν ήταν οπαδός μιας βολικής επίπλαστης «λήθης». Από κοινού, οι δύο πρεσβευτές τιμούσαν στα Καλάβρυτα τις επετείους της μεγάλης σφαγής. Επιπλέον, ο Παχέλμπελ υιοθέτησε, π.χ., την εισήγηση του γράφοντος να τιμήσει ο δυτικογερμανός πρόεδρος Βάιτσεκερ, κατά την επίσημη επίσκεψή του το 1987, όλα τα θύματα της Κατοχής στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής.
Δύο χρόνια αργότερα, τον Οκτώβριο του 1989, το φιλόδοξο πρόγραμμα του Μπρι για τον εορτασμό των 40χρονων της ΓΛΔ έπεσε στο κενό εξαιτίας των ραγδαίων εξελίξεων στη Λειψία και στο Βερολίνο. Η γερμανική ενοποίηση χαιρετίστηκε στην Ελλάδα- σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο- περισσότερο παρά σε κάθε άλλη πρώην συμμαχική χώρα. Σύντομα όμως φάνηκε ότι η αναπάντεχη αυτή εξέλιξη επανενεργοποίησε τον διάλογο περί πολεμικών αποζημιώσεων (και κατοχικού δανείου!) τον οποίο η περίφημη Συμφωνία του Λονδίνου είχε αδρανοποιήσει έως τότε. Αλλά αυτό αποτελεί ασφαλώς μια άλλη ιστορία.
Ο κ. Χάγκεν Φλάισερ είναι καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Μετά την ολοκληρωτική ήττα του ναζιστικού Ράιχ τον Μάιο του 1945, η Γερμανία υφίστατο πλέον μόνον ως γεωγραφικός όρος (και ως αμφιλεγόμενη ιστορική ανάμνησηπαραπαίουσα μεταξύ Γκέμπελς και Γκαίτε). Μόλις το 1949, με τα δεδομένα της ψυχροπολεμικής κλιμάκωσης, συγκροτήθηκαν τα δύο αντίπαλα γερμανικά κράτη υπό την κηδεμονία των εκάστοτε δυνάμεων κατοχής η οποία ήταν λίαν «σφιχτή»- ιδίως στην (ανατολική) Γερμανική Λαοκρατική Γερμανία (ΓΛΔ).
Την ίδια χρονιά της παγιωμένης διχοτόμησης των πρώην κατακτητών, στην Ελλάδα η θερμή φάση του Εμφυλίου έληξε με την ήττα της Αριστεράς. Αυτό έδινε την ευκαιρία στη (Δυτική) Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΟΔΓ) να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία που να βρίσκεται στα ίδια ιδεολογικά χαρακώματα με τους νικητές. Απ΄ όλες τις πρωτεύουσες της πάλαι ποτέ αντιφασιστικής συμμαχίας, μόνο στην Αθήνα οι εκπρόσωποι της Βόννης τολμούσαν να αποκαλούν «συμμορίτες» τους άλλοτε παρτιζάνους, αφού μάλιστα ο στρατάρχης Παπάγος εγκωμίαζε τη Βέρμαχτ ως τον καλύτερο στρατό του κόσμου. Ο ίδιος και άλλοι ταγοί απ΄ όλο το (νόμιμο) πολιτικό φάσμα εξήραν τις «στρατιωτικές αρετές» των Γερμανών (και τις πολεμικές εμπειρίες τους κατά της ΕΣΣΔ!) που δεν έπρεπε να μείνουν ανεκμετάλλευτες, ενόψει μάλιστα της επαπειλούμενης νέας παγκόσμιας σύρραξης. Δικαιολογημένα λοιπόν το ΥΠΕΞ της Βόννης «ενημέρωνε» τον πρόεδρο Χόις, στο πλαίσιο επικείμενης επίσκεψής του στην Αθήνα (1956), ότι στη μνήμη των Ελλήνων «τασυμβάντατης γερμανικής Κατοχής ευτυχώςέχουν επικαλυφθεί κατά μεγάλο μέρος από τις κομμουνιστικές θηριωδίεςτου Εμφυλίου». Κατά την ίδια έννοια, Δυτικογερμανοί διπλωμάτες θεωρούσαν τη Μακρόνησο υπόδειγμα «ανθρώπινης» αναμόρφωσης κομμουνιστών...
Κατοχικά βαρίδια
Το 1952, η Αθήνα αποφυλάκισε τον τελευταίο τότε κατάδικο της Βέρμαχτ. Το 1957 όμως, στην Αθήνα συλλαμβάνεται ο Μαξ Μέρτεν για την πλούσια κατοχική δράση του- από «υπερβάλλοντα ζήλο» του εισαγγελέα Ανδρέα Τούση, επικεφαλής του Ελληνικού Εθνικού Γραφείου εγκλημάτων πολέμου. Στη Βόννη τα συναρμόδια υπουργεία συζητούσαν με αγανάκτηση τη «λήψη αντιποίνων» (επί λέξει!) και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής υπέκυψε τελικά στους εκβιασμούς (και στο δόλωμα ενός δανείου 200 εκατ. μάρκων). Το 1959, με δύο νόμους κατά παραγγελίαναναστέλλεται επ΄αόριστον πάσα δίωξη γερμανών εγκληματιών πολέμου, ενώ ο καταδικασθείς ήδη Μέρτεν αποφυλακίζεται και απελαύνεται. Η ΟΔΓ όμως θα αθετήσει την ανειλημμένη υποχρέωση της δικαστικής εξέτασης των εκατοντάδων ανοιχτών δικογραφιών, οι οποίες τελικά απλώς αρχειοθετούνται.
Η διαχρονική αυτή αποφυγή ξεκαθαρίσματος του ένοχου παρελθόντος διευκόλυνε την Ανατολική Γερμανία να προβάλλει τη δική της «αντιφασιστική» προσέγγιση. Το 1949/50 δέχθηκε 1.128 «δημοκρατικά ελληνόπουλα», όχι όμως ενήλικους πολιτικούς πρόσφυγες, για να αποφευχθούν πιθανές δυσάρεστες συναντήσεις μεταξύ πρώην ανταρτών και κατακτητών. Αλλωστε, ανατολικογερμανικά δικαστήρια καταδίκασαν τρεις βετεράνους της Βέρμαχτ για εγκλήματα που είχαν διαπράξει στην κατεχόμενη Ελλάδα.
Οι διαφορετικές προσεγγίσεις των δύο αντίπαλων γερμανικών κρατών γίνονται αντιληπτές ακόμη και από τις δημοσιεύσεις σχετικά με την Ελλάδα της πολεμικής περιόδου. Στην ΟΔΓ, το υπουργείο Εξωτερικών χρηματοδότησε τη μετάφραση των αναμνήσεων του Παπάγου, δεδομένου ότι αφορούσαν αμιγώς στρατιωτικά γεγονότα· αντίθετα, η ανατολικογερμανική Ακαδημία Επιστημών προωθούσε εκδόσεις που επικεντρώνονταν στην (εαμική) Αντίσταση και την τρομοκρατία της Κατοχής. Εξέχοντα παραδείγματα ήταν το «ΕΛΑΣ» του Σαράφη, το μπεστσέλερ του Θέμη Κορνάρου για το στρατόπεδο Χαϊδαρίου και η αντιστασιακή ανθολογία της Ελλης Αλεξίου.
Οι εμπορικοί αντιπρόσωποι της ΓΛΔ στην Ελλάδα καταδίκαζαν δημοσίως τα ναζιστικά εγκλήματα, μνημονεύοντας επετείους σφαγών και αναζητώντας- σε αντίθεση με τους Δυτικογερμανούς διπλωμάτες- επαφές με χωριά που είχαν πέσει θύματα ιδιαιτέρως ειδεχθών «αντιποίνων» (Δίστομο, Χορτιάτης). Εν γένει, η ΓΛΔ επιδίωκε να ανακαλεί στη μνήμη των Ελλήνων τις εμπειρίες τους από το γερμανικό φασισμό- «για να ξεσκεπάσει τη μιλιταριστική και ρεβανσιστική εξέλιξη στην ΟΔΓ», σε αντιδιαστολή με τοάλλο,«φιλειρηνικό», γερμανικό κράτος. Στηλιτεύτηκε η συχνά αφιλόξενη μεταχείριση των ΕλλήνωνΓκασταρμπάιτερστη Δυτική Γερμανία με την ιστορική υποσημείωση ότι ο πρώτος υπεύθυνος για τηστρατολόγησήτους κατείχε επί Κατοχής παρόμοιες αρμοδιότητες. Οι σύντροφοι του ΚΚΕ ζητούσαν πληροφορίες για ανάμειξη «σπουδαίων προσωπικοτήτων της Δυτικής Γερμανίας στην καταλήστευση και καταπίεση των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Κατοχής».
Αποζημιώσεις
Το 1952/53, το άτυπο αγγλοαμερικανικό διευθυντήριο της διασυμμαχικής Συνδιάσκεψης για το εξωτερικό χρέος της Γερμανίας στο Λονδίνο κατέληξε σε συνειδητά ασαφή διατύπωση σχετικά με το πόσο θα αναβαλλόταν «η εξέταση» (και μόνο) των απαιτήσεων που πήγαζαν από τον Πόλεμο: «μέχρι του οριστικού διακανονισμού του προβλήματος». Δηλαδή η επισήμανση ότι δεν ασχολούνταν με το πρόβλημα συνδυαζόταν με την έσχατη παρέμβαση στο θέμα αυτό: την πιθανώς επ΄ αόριστον αναβολή της ανεπιθύμητης λύσης, τοποθετώντας την στις (Ελληνικές) Καλένδες, όπως έλεγαν οι ίδιοι.
Η Γερμανία εκμεταλλευόταν τον καρπό της συμπαιγνίας αυτής στο έπακρο επί δεκαετίες. Μόνο ως προς την αξίωση ατομικών αποζημιώσεων, το 1960 η ΟΔΓ υποχώρησε μερικώς, πληρώνοντας στην Ελλάδαύστερα από σκληρό παζάρι- 115 εκατομμύρια μάρκα «αποκατάστασης» [Wiedergutmachung] για θύματα «εθνικοσοσιαλιστικών διώξεων», δηλαδή για Ελληνες διωχθέντες «διά λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς ή αντιθέσεως προς την εθνικοσοσιαλιστικήν κοσμοθεωρίαν». Η υποχώρηση αυτή- «εκούσια», όπως τόνιζε η Βόννη, για να μη θεωρηθεί δεδικασμένο για επανορθώσεις- οφειλό ταν στη συνδυασμένη πίεση ένδεκα δυτικών χωρών, που είχαν παρόμοιες απαιτήσεις. Οφειλόταν επίσης στον φόβο ενδεχόμενης διπλωματικής αναβάθμισης της Ανατολικής Γερμανίας. Γενικά, οι επίσημες «μνήμες» και των δύο γερμανικών κρατών για το κοινό κατοχικό παρελθόν, επηρεάζονταν από σκοπιμότητες του ενδογερμανικού ανταγωνισμού.
Το Τείχος
Η επίσημη Αθήνα βέβαια δεν ανταποκρινόταν στους εξ Ανατολής δελεασμούς- λόγω γενικότερων συμμαχικών υποχρεώσεων και για να μην εισπράξει η Αριστερά τους καρπούς του ανοίγματος. Ωστόσο, το 1961 το όποιο γόητρο του δεύτερου γερμανικού κράτους, πέρα από τους στενά κομματικά συμπαθούντες, συρρικνώθηκε εξαιτίας της ανέγερσης του Τείχους, με επακόλουθο την αποσκίρτηση του υποδιευθυντή της ανατολικογερμανικής εμπορικής αντιπροσωπείας στην Αθήνα. Δεν άλλαξαν πολλά πράγματα κατά τη σύντομη κεντρώα παρένθεση (1963/65). Ωστόσο, το απριλιανό πραξικόπημα αποτέλεσε βαθιά τομή διακόπτοντας όλες τις πολιτιστικές επαφές, συμπεριλαμβανομένου του σχεδίου των ένθεν κακείθεν συντρόφων για παραγωγή ταινίας (και βιβλίου) θρίλερ που θα αποκάλυπτε την ανίερη συμπαιγνία της δυτικογερμανικής και της ελληνικής Δεξιάς, επί παραδείγματι της σκανδαλώδους υπόθεσης Μέρτεν. Οι εμπορικές σχέσεις, ωστόσο, δεν επηρεάστηκαν μακροπρόθεσμα, αφού το Ανατολικό Βερολίνο γρήγορα συνειδητοποίησε ότι τα αδελφά κράτη είχαν ήδη αρχίσει κερδοφόρες συναλλαγές με τη χούντα, παραβιάζοντας το σοσιαλιστικό εμπάργκο που είχε αποφασιστεί. Το 1973 μάλιστα, στο πνεύμα των συμφωνιών του Ελσίνκι, τα δύο καθεστώτα συνήψαν διπλωματικές σχέσεις, αλλά μόνο μετά τη μεταπολίτευση σε επίπεδο πρέσβεων.
Το 1981, ο Κων. Μητσοτάκης ήταν ο πρώτος Ελλην υπουργός που επισκέφθηκε το Ανατ. Βερολίνο. Ωστόσο μόνο η κυβερνητική αλλαγή, λίγους μήνες αργότερα, έδωσε νέα διάσταση στις διμερείς σχέσεις. Η Αθήνα ήταν η πρώτη πρωτεύουσα του ΝΑΤΟ που αποδεχόταν στρατιωτικό ακόλουθο της ΓΛΔ, ενώ ο Χρ. Σαρτζετάκης επισκέφτηκε το Ανατ. Βερολίνο ως πρώτος πρόεδρος δυτικής χώρας. Στη «διπλωματία επισκέψεων» καταγράφονταν πολλές τέτοιες πρωτιές· εντυπωσιακή ήταν και η συχνότητα των επαφών, π.χ. μεταξύ Ανδρέα Παπανδρέου και Εριχ Χόνεκερ, ισχυρού άνδρα της ΓΛΔ. Η νέα εξισορροπητική στρατηγική του ΠαΣοΚ ενίοτε ενοχλούσε τους παραδοσιακούς εταίρους, λ.χ. όταν ο Πρόεδρος της ελληνικής Βουλής, κατά την επίσκεψή του στοΔυτικόΒερολίνο, αρνήθηκε την προγραμματισμένη περιήγηση στο Τείχος για να μην προσβληθούν οι νέοι φίλοι από την άλλη πλευρά... Βέβαια, το «τείχος του αίσχους», συμβολίζοντας τον εγκλεισμό των πολιτών της, επηρέαζε ακόμα την εικόνα της ΓΛΔ, εθεωρείτο όμως ως δεδομένο.
Τρίγωνο εντός τριγώνου
Η ΓΛΔ διατηρούσε στενές ιδεολογικές και οικονομικές σχέσεις με το ελληνικό αδελφό κόμμα, θεωρώντας το πιο έμπιστο και «ώριμο» από τα άλλα της Δύσης. Ετσι ικανοποιούσε τις αιτήσεις υψηλόβαθμων στελεχών του ΚΚΕ για υποτροφίες υπέρ παιδιών και ανιψιών τους, επίσης οργάνωνε σεμινάρια επιμόρφωσης για τα ίδια τα στελέχη, ακόμη και σεμινάριο «μαρξιστικής-λενινιστικής αισθητικής». Συχνά όμως, τα αρχεία φανερώνουν δυσφορία του ΚΚΕ για τη ψυχρή ρεαλπολιτίκ των βόρειων συντρόφων, οσάκις έδιναν προτεραιότητα στην πραγματιστική σχέση με το κυβερνών ΠαΣοΚ.
Ως προς την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης και γενικότερα τη θεώρηση του κατοχικού παρελθόντος συνέκλιναν και οι τρεις πλευρές- ενώ οι Δυτικογερμανοί ακόμα αμφιταλαντεύονταν. Το 1984, όταν οργανώσαμε (με πρόεδρο τον αείμνηστο Νίκο Σβορώνο) το πρώτο επιστημονικό συνέδριο σε ελληνικό έδαφος για την περίοδο εκείνη, από τους δύο προσκληθέντες πρεσβευτές ο μεν Δυτικογερμανός έστειλε εκπρόσωπό του κατά την έναρξη, ενώ ο Χορστ Μπρι της ΓΛΔ, βετεράνος της ενδογερμανικής αντιναζιστικής Αντίστασης, παρακολουθούσε σχεδόν αδιάλειπτα τις εργασίες επί πέντε ημέρες. Αντιδογματικός, δεν είχε πρόβλημα στο να παρευρεθεί τα επόμενα χρόνια σε κοινές ενέργειες με τον μετέπειτα πρεσβευτή της ΟΔΓ, Ρύντιγκερ φον Παχέλμπελ, που σε αντίθεση με τους περισσότερους προκατόχους του δεν ήταν οπαδός μιας βολικής επίπλαστης «λήθης». Από κοινού, οι δύο πρεσβευτές τιμούσαν στα Καλάβρυτα τις επετείους της μεγάλης σφαγής. Επιπλέον, ο Παχέλμπελ υιοθέτησε, π.χ., την εισήγηση του γράφοντος να τιμήσει ο δυτικογερμανός πρόεδρος Βάιτσεκερ, κατά την επίσημη επίσκεψή του το 1987, όλα τα θύματα της Κατοχής στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής.
Δύο χρόνια αργότερα, τον Οκτώβριο του 1989, το φιλόδοξο πρόγραμμα του Μπρι για τον εορτασμό των 40χρονων της ΓΛΔ έπεσε στο κενό εξαιτίας των ραγδαίων εξελίξεων στη Λειψία και στο Βερολίνο. Η γερμανική ενοποίηση χαιρετίστηκε στην Ελλάδα- σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο- περισσότερο παρά σε κάθε άλλη πρώην συμμαχική χώρα. Σύντομα όμως φάνηκε ότι η αναπάντεχη αυτή εξέλιξη επανενεργοποίησε τον διάλογο περί πολεμικών αποζημιώσεων (και κατοχικού δανείου!) τον οποίο η περίφημη Συμφωνία του Λονδίνου είχε αδρανοποιήσει έως τότε. Αλλά αυτό αποτελεί ασφαλώς μια άλλη ιστορία.
Ο κ. Χάγκεν Φλάισερ είναι καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου