Σε κάθε ιστορική επέτειο (που είναι αναρίθμητες πλέον), υπάρχει και η αντίστοιχη παραγωγή βιβλίων, ταινιών, αφιερωμάτων κάθε είδους. Αυτό ισχύει τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη ειδικά για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μάλλον παίρνει στην Ελλάδα ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις για την περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου, όλη δηλαδή τη δεκαετία του ’40. Σε αυτό βοηθάει η ολοένα και μεγαλύτερη, αλλά όχι και μεγάλη, χρονική απόσταση από τα γεγονότα και η συνακόλουθη ανάπτυξη της ιστορικής έρευνας, που αποτυπώνεται σε συνέδρια, διδασκαλία σε πανεπιστημιακά τμήματα, άρθρα και ορισμένα συνθετικά έργα. Αυτή η διαδικασία τροφοδοτεί την παραγωγή εκλαϊκευτικών μορφών, αφιερωμάτων στον Τύπο, ειδικών περιοδικών, τηλεοπτικών εκπομπών και στην ελληνική περίπτωση πληθώρας «προσφορών» από τις εφημερίδες και παραγωγής ιστορίας για αυτό ακριβώς το σκοπό. Όλα αυτά δείχνουν ένα πολύ απλό πράγμα• τη μεγάλη ζήτηση από μέρους του κοινού.
Δεν θα πρωτοτυπήσουμε, αν πούμε ότι σε συνθήκες άμβλυνσης των ιδεολογικών σταθερών (μετά και το εικοσάχρονο ’89) και ορατής όμως διάψευσης του «τέλους της ιστορίας» από τη συνεχή επιδείνωση των όρων ζωής των ανθρώπων, το παρελθόν αποτελεί και πάλι την πηγή άντλησης παραδείγματος, προσανατολισμού και κυρίως ταυτότητας. Για το λόγο αυτό, η ιστορία «πουλάει» και, φυσικά, γίνεται πεδίο αντιπαράθεσης αντιμαχόμενων πολιτικών, που ψάχνουν σε αυτήν την επιβεβαίωσή τους. Οι σύγχρονοι ιδεολογικοί μηχανισμοί προσπαθούν να «καταλάβουν» το χώρο της ιστορίας ώστε, για άλλη μια φορά, να εμφανίσουν το σήμερα σαν τον «καλύτερο δυνατό κόσμο».
Με δυο λόγια, η προσπάθεια αναθεωρητισμού της ιστορίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου προσπαθεί να εξισώσει τον κομμουνισμό με το ναζισμό και να ακυρώσει την Αριστερά ως δημοκρατική πολιτική επιλογή. Αυτή η προσπάθεια δίνει τα δείγματα της και στην Ελλάδα, με προνομιακή προβολή από μερίδα του Τύπου. Η θεωρία των «τριών γύρων» ανακαινίζεται, η «βία» της ένοπλης Αντίστασης εξισώνεται με αυτήν των κατακτητών και των συνεργατών τους, η κοινωνική, πόσο μάλλον η οικονομική, διάσταση απουσιάζει. Από την άλλη πλευρά, από την Αριστερά, υπάρχουν διαφορετικές αντιδράσεις. Σε πολλές περιπτώσεις στο παρελθόν, η ιστορία της ίδιας της Αριστεράς και του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος χρησιμοποιήθηκε από τους φορείς της για να δικαιολογηθούν ή να εξορκιστούν μεταγενέστερες πολιτικές επιλογές σε δύσκολες εποχές. Οι πολιτικές συνθήκες με τη μεταπολίτευση οδήγησαν σε ένα «κοινωνικό συμβόλαιο», που σε συνδυασμό με την έκρηξη μαρτυριών για την περίοδο και την αρχή μιας ιστορικής έρευνας, επέτρεψαν μια ιστορική επιβεβαίωση και δικαίωση των αγώνων της Αριστεράς. Οι σημερινές συνθήκες επιβάλουν την αναίρεση αυτής της κατεύθυνσης. Το ΚΚΕ επιλέγει μια γενική καταγγελία όλων των υπόλοιπων εμφανιζόμενο ως ο θεματοφύλακας των αγώνων αυτών σε μια προσπάθεια στενής υποστήριξης των σημερινών πολιτικών επιλογών του. Η υπόλοιπη Αριστερά κυμαίνεται από μια παρόμοια στερεοτυπική υπεράσπιση ενός παρελθόντος, άγνωστου ουσιαστικά πλέον στους νεώτερους, ακόμα και στους πολιτικοποιημένους, μέχρι τη γοητεία του αναθεωρητισμού για τα ζητήματα του πολιτικού απολογισμού των προηγούμενων απελευθερωτικών προσπαθειών, για τη δημοκρατία, το κόμμα, το έθνος.
Το ζήτημα υπάρχει• βιβλία εκδίδονται αδιάκοπα με κάθε ευκαιρία, όποιος θελήσει να αποδελτιώσει αφιερώματα και άρθρα, δεν θα προλαβαίνει. Το θέμα με τα σχολικά βιβλία πήρε μεγάλες διαστάσεις ακριβώς στον τομέα της ιστορίας και εκεί συγκρούστηκαν πολιτικές επιλογές. Μια μικρότερη συζήτηση, εντός της Αριστεράς κυρίως, άνοιξε με την ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Ψυχή Βαθιά». Πολύς κόσμος έσπευσε να τη δει και για να μάθει τι συνέβη στον Εμφύλιο. Και η συγκεκριμένη οπτική του σκηνοθέτη ενόχλησε πολλούς που «ξέρουν» τι έπρεπε να δείχνει. Το ερώτημα είναι: η Αριστερά θάπρεπε να έχει άποψη για την ιστορία, για την εθνική ιστορία, για τη μεγάλη αφήγηση που θα εκλαϊκευτεί, θα γίνει σχολικό βιβλίο, θα γίνει ταινία;
Η γνώμη μου είναι πως ναι, οπωσδήποτε. Η Αριστερά δεν πρέπει να φοβάται την ιστορία και την έρευνα αυτής. Δεν πρέπει να αρκεστεί σε αυτά που «ξέρει», σε εκδοχές τραγωδίας ή μυθολογίας, σε εξιστορήσεις ηρωισμών και προδοσιών. Η ιστορική έρευνα είναι σύμμαχός της. Η εμβάθυνση στις κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις των ιστορικών γεγονότων επιβεβαιώνει την αναγκαιότητα της Αριστεράς, της υπεράσπισης των καταπιεσμένων, αναδεικνύει την ταξική πάλη. Επίσης, όποτε η Αριστερά πρωταγωνίστησε πολιτικά, εμφάνισε και τη δική της ιστορική αφήγηση για την εθνική ζωή, συνδέοντας π.χ. τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του ΕΑΜ με την επανάσταση του 1821. Σήμερα; Μια Αριστερά που φιλοδοξεί να αλλάξει τους συσχετισμούς στο πολιτικό πεδίο και να εκφράσει την κοινωνία, οφείλει και μπορεί να προβάλει και να υπερασπίσει τη δική της αφήγηση σε όλα τα επίπεδα αντί να είναι αμυντική, μεμψίμοιρη έως ενοχική, απέναντι σε εκδοχές, που πατώντας στην ιστορική άγνοια των πολλών, την παρουσιάζουν ως υπεύθυνη για μύρια όσα περασμένα προσπαθώντας βασικά να την ακυρώσουν στο σήμερα.
Δεν θα πρωτοτυπήσουμε, αν πούμε ότι σε συνθήκες άμβλυνσης των ιδεολογικών σταθερών (μετά και το εικοσάχρονο ’89) και ορατής όμως διάψευσης του «τέλους της ιστορίας» από τη συνεχή επιδείνωση των όρων ζωής των ανθρώπων, το παρελθόν αποτελεί και πάλι την πηγή άντλησης παραδείγματος, προσανατολισμού και κυρίως ταυτότητας. Για το λόγο αυτό, η ιστορία «πουλάει» και, φυσικά, γίνεται πεδίο αντιπαράθεσης αντιμαχόμενων πολιτικών, που ψάχνουν σε αυτήν την επιβεβαίωσή τους. Οι σύγχρονοι ιδεολογικοί μηχανισμοί προσπαθούν να «καταλάβουν» το χώρο της ιστορίας ώστε, για άλλη μια φορά, να εμφανίσουν το σήμερα σαν τον «καλύτερο δυνατό κόσμο».
Με δυο λόγια, η προσπάθεια αναθεωρητισμού της ιστορίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου προσπαθεί να εξισώσει τον κομμουνισμό με το ναζισμό και να ακυρώσει την Αριστερά ως δημοκρατική πολιτική επιλογή. Αυτή η προσπάθεια δίνει τα δείγματα της και στην Ελλάδα, με προνομιακή προβολή από μερίδα του Τύπου. Η θεωρία των «τριών γύρων» ανακαινίζεται, η «βία» της ένοπλης Αντίστασης εξισώνεται με αυτήν των κατακτητών και των συνεργατών τους, η κοινωνική, πόσο μάλλον η οικονομική, διάσταση απουσιάζει. Από την άλλη πλευρά, από την Αριστερά, υπάρχουν διαφορετικές αντιδράσεις. Σε πολλές περιπτώσεις στο παρελθόν, η ιστορία της ίδιας της Αριστεράς και του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος χρησιμοποιήθηκε από τους φορείς της για να δικαιολογηθούν ή να εξορκιστούν μεταγενέστερες πολιτικές επιλογές σε δύσκολες εποχές. Οι πολιτικές συνθήκες με τη μεταπολίτευση οδήγησαν σε ένα «κοινωνικό συμβόλαιο», που σε συνδυασμό με την έκρηξη μαρτυριών για την περίοδο και την αρχή μιας ιστορικής έρευνας, επέτρεψαν μια ιστορική επιβεβαίωση και δικαίωση των αγώνων της Αριστεράς. Οι σημερινές συνθήκες επιβάλουν την αναίρεση αυτής της κατεύθυνσης. Το ΚΚΕ επιλέγει μια γενική καταγγελία όλων των υπόλοιπων εμφανιζόμενο ως ο θεματοφύλακας των αγώνων αυτών σε μια προσπάθεια στενής υποστήριξης των σημερινών πολιτικών επιλογών του. Η υπόλοιπη Αριστερά κυμαίνεται από μια παρόμοια στερεοτυπική υπεράσπιση ενός παρελθόντος, άγνωστου ουσιαστικά πλέον στους νεώτερους, ακόμα και στους πολιτικοποιημένους, μέχρι τη γοητεία του αναθεωρητισμού για τα ζητήματα του πολιτικού απολογισμού των προηγούμενων απελευθερωτικών προσπαθειών, για τη δημοκρατία, το κόμμα, το έθνος.
Το ζήτημα υπάρχει• βιβλία εκδίδονται αδιάκοπα με κάθε ευκαιρία, όποιος θελήσει να αποδελτιώσει αφιερώματα και άρθρα, δεν θα προλαβαίνει. Το θέμα με τα σχολικά βιβλία πήρε μεγάλες διαστάσεις ακριβώς στον τομέα της ιστορίας και εκεί συγκρούστηκαν πολιτικές επιλογές. Μια μικρότερη συζήτηση, εντός της Αριστεράς κυρίως, άνοιξε με την ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Ψυχή Βαθιά». Πολύς κόσμος έσπευσε να τη δει και για να μάθει τι συνέβη στον Εμφύλιο. Και η συγκεκριμένη οπτική του σκηνοθέτη ενόχλησε πολλούς που «ξέρουν» τι έπρεπε να δείχνει. Το ερώτημα είναι: η Αριστερά θάπρεπε να έχει άποψη για την ιστορία, για την εθνική ιστορία, για τη μεγάλη αφήγηση που θα εκλαϊκευτεί, θα γίνει σχολικό βιβλίο, θα γίνει ταινία;
Η γνώμη μου είναι πως ναι, οπωσδήποτε. Η Αριστερά δεν πρέπει να φοβάται την ιστορία και την έρευνα αυτής. Δεν πρέπει να αρκεστεί σε αυτά που «ξέρει», σε εκδοχές τραγωδίας ή μυθολογίας, σε εξιστορήσεις ηρωισμών και προδοσιών. Η ιστορική έρευνα είναι σύμμαχός της. Η εμβάθυνση στις κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις των ιστορικών γεγονότων επιβεβαιώνει την αναγκαιότητα της Αριστεράς, της υπεράσπισης των καταπιεσμένων, αναδεικνύει την ταξική πάλη. Επίσης, όποτε η Αριστερά πρωταγωνίστησε πολιτικά, εμφάνισε και τη δική της ιστορική αφήγηση για την εθνική ζωή, συνδέοντας π.χ. τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του ΕΑΜ με την επανάσταση του 1821. Σήμερα; Μια Αριστερά που φιλοδοξεί να αλλάξει τους συσχετισμούς στο πολιτικό πεδίο και να εκφράσει την κοινωνία, οφείλει και μπορεί να προβάλει και να υπερασπίσει τη δική της αφήγηση σε όλα τα επίπεδα αντί να είναι αμυντική, μεμψίμοιρη έως ενοχική, απέναντι σε εκδοχές, που πατώντας στην ιστορική άγνοια των πολλών, την παρουσιάζουν ως υπεύθυνη για μύρια όσα περασμένα προσπαθώντας βασικά να την ακυρώσουν στο σήμερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου